
Χρύσανθος
Η αλλαγή του χρόνου, σε επανάληψη
Πολύ κοντά είναι η τελευταία τηλεοπτική βραδιά του 2025. Η παραμονή της Πρωτοχρονιάς που τα κανάλια θα μας παρουσιάσουν το υποτιθέμενο ξεχωριστό, εορταστικό τους πρόγραμμα. Είναι ωστόσο κοινό μυστικό πως η τηλεοπτική Παραμονή Πρωτοχρονιάς παραμένει για χρόνια τώρα η πιο ίδια βραδιά του χρόνου. Χωρίς τίποτα το ξεχωριστό και το ιδιαίτερο. Γι’ αυτό και κάθε χρόνο η τηλεθέασή της φθίνει…
Θα μπορούσε να πει κάποιος πως η παραμονή Πρωτοχρονιάς στην κυπριακή τηλεόραση δεν είναι απλώς τηλεοπτικό γεγονός. Είναι έθιμο. Σαν τη βασιλόπιτα, μόνο που ξέρεις εκ των προτέρων πού είναι το φλουρί και παρ’ όλα αυτά κάνεις πως εκπλήσσεσαι. Όλα τα κανάλια φορούν τα καλά τους, ανάβουν περισσότερα φώτα απ’ όσα χρειάζονται και υπόσχονται «τη βραδιά που δεν πρέπει να χάσεις», σε μια συλλογική προσπάθεια να πειστεί ο τηλεθεατής ότι φέτος θα είναι αλλιώς. Δεν είναι. Είναι σαν κι αυτή που είδαμε και πέρσι. Και πρόπερσι. Και παραπρόπερσι.
Τα σκηνικά αλλάζουν χρώματα, όχι ιδέες. Οι παρουσιαστές χαμογελούν πλατιά αλλά όχι πάντα αυθόρμητα, οι καλεσμένοι μπαίνουν και βγαίνουν σαν να ακολουθούν πρόγραμμα βάρδιας. Τα αστεία κυκλοφορούν προσεκτικά, μην τυχόν και ενοχληθεί κανείς πριν αλλάξει ο χρόνος. Η λέξη «κέφι» επαναλαμβάνεται τόσο συχνά, που στο τέλος αρχίζεις να αναρωτιέσαι αν όντως υπάρχει ή αν είναι το μεγάλο ζητούμενο ή ένα κομμάτι του σεναρίου.
Είναι ωστόσο κοινό μυστικό πως η τηλεοπτική Παραμονή Πρωτοχρονιάς παραμένει για χρόνια τώρα η πιο ίδια βραδιά του χρόνου.
Κάπου ανάμεσα σε ένα medley παλιών επιτυχιών και μια ατάκα για το πόσο «δύσκολη ήταν η χρονιά που φεύγει», συνειδητοποιείς ότι η κυπριακή τηλεόραση αντιμετωπίζει την Πρωτοχρονιά σαν άσκηση ασφαλείας. Τίποτα ριψοκίνδυνο, τίποτα καινούργιο, τίποτα που να μη δοκιμάστηκε ήδη και να πέρασε χωρίς παράπονα. Η αλλαγή του χρόνου πρέπει να γίνει ομαλά, χωρίς εκπλήξεις, χωρίς σκέψη, χωρίς λόγο να θυμάσαι την επομένη τι είδες.
Και όταν φτάνουν τα μεσάνυχτα, όλα συγχρονίζονται τέλεια. Αντίστροφη μέτρηση, αγκαλιές, ευχές, πυροτεχνήματα στο πλάνο και η υπόσχεση ότι «το 2026 θα είναι καλύτερο». Οι ευχές ακούγονται πιο τυποποιημένες κι από τα κονσέρβα τόνου. Όλα μετρούν αντίστροφα, αλλά τίποτα δεν κινείται μπροστά. Η κυπριακή τηλεόραση κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: αλλάζει τον αριθμό στο ημερολόγιο και κρατά τα πάντα σχεδόν ίδια. Γιατί στην κυπριακή παραμονή Πρωτοχρονιάς, ο χρόνος όντως αλλάζει. Το πρόγραμμα, ποτέ.

Ελπίδα για λίγο…
Η Ελπίδα Ιακωβίδου επιστρέφει στο ΡΙΚ, αλλά μην ενθουσιάζεστε. Δεν πρόκειται για comeback, ούτε για restart καριέρας, ούτε για την επιστροφή της στη δημόσια τηλεόραση. Πρόκειται για μια καθαρά εορταστική επίσκεψη… σταχτοπούτας. Ήρθε μόνο για τον χορό και θα πρέπει να φύγει πριν το ξημέρωμα. Σαν συγγενής που έρχεται μόνο για την Πρωτοχρονιά, τρώει βασιλόπιτα και φεύγει πριν αρχίσουν τα δύσκολα.
Το ΡΙΚ, επιστρατεύει ένα γνώριμο πρόσωπο που ακόμα όλοι θυμούνται καλά. Μέχρι πρόσφατα η Ελπίδα παρουσίαζε το πρωινό μαγκαζίνο του ΡΙΚ1 και η τηλεόραση ξεκινούσε με καφέ, χαμόγελα και λιγότερη ειρωνεία. Μια ασφαλής επιλογή, χωρίς ρίσκο, χωρίς εκπλήξεις αλλά και χωρίς… συνέχεια. Γιατί η Ελπίδα δεν έρχεται για να μείνει. Έρχεται για να περάσουμε καλά, να αλλάξει ο χρόνος και μετά ο καθένας πίσω στη ρουτίνα του.
Το χιούμορ της υπόθεσης είναι ότι, για ένα βράδυ, το ΡΙΚ θα μπορεί να πει πως «έφερε την Ελπίδα». Όχι όμως με την έννοια που θα ήθελαν κάποιοι. Όχι ως επένδυση, όχι ως άνοιγμα, αλλά ως τηλεοπτικό déjà vu μιας βραδιάς. Μια μικρή δόση νοσταλγίας, πασπαλισμένη με γιορτινή λάμψη, για να μπει ο χρόνος χωρίς γκρίνια. Και την επόμενη μέρα, όλα πάλι από την αρχή.

Η μαιευτική τακτική του Τάσου Τρύφωνος
Αφού βρισκόμαστε στην Ελπίδα, μπορείτε να την δείτε απόψε στην εκπομπή «ΤΕΤ-Α-ΤΕΤ με τον Τάσο Τρύφωνος» στον ALPHA, να μιλά με τον σύζυγό της Τζώνη Καλημέρη τόσο για την γνωριμία και τον γάμο τους, τη διαφορά ηλικίας που έχουν όσο και για την καριέρα της.
«Και δεν θέλω να πάω κάπου επειδή είμαι η σύζυγος του Καλημέρη. Θέλω να γνωρίσουν εμένα, ως Ελπίδα» λέει μεταξύ άλλων η παρουσιάστρια.
Για τη γνωριμία τους και τη διαφορά ηλικίας λέει: «Γνωριστήκαμε μέσω κοινής παρέας σε περίοδο διακοπών. Στην πρώτη μας γνωριμία του απευθύνθηκα στον πληθυντικό. Περνάω όμορφα μαζί του και χαίρομαι που τον έχω στη ζωή μου. Η διαφορά ηλικίας είναι απλά νούμερα».
Από την άλλη ο Τζώνης Καλημέρης λέει: «Με αγχώνει ακόμα ότι άφησε τη δουλειά της την οποία τόσο αγαπούσε για να έρθει εδώ […] Το γεγονός ότι είναι η γυναίκα μου, το μόνο στο οποίο μπορούσε να βοηθήσει είναι σε κάποια πρώτα ραντεβού, σε τίποτα άλλο. Μπορεί να μην της κάνει και καλό».
Αυτά μαζί με πολλά άλλα θα ακουστούν στην εκπομπή όπου ο Τάσος Τρύφωνος με τη γνωστή «μαιευτική» του τακτική καταφέρνει να βγάλει από τους καλεσμένους του, σκέψεις, συναισθήματα και αποκαλύψεις.

Παίζουμε Κυπριακά… περίπου
Να ακούς τον συμπαθητικό Γιάννη Τσιμιτσέλη να μιλά κυπριακά και να νιώθεις ότι ο χρόνος δεν είναι γραμμικός. Είναι κυκλικός. Το «Παίζουμε Κυπριακά» επέστρεψε στο ΡΙΚ μετά από 15 χρόνια και μαζί του επέστρεψαν και τα ίδια σαρδάμ, οι ίδιες αβεβαιότητες στη διάλεκτο και η ίδια απορία: με ποιο κριτήριο επιλέγονται στο ίδρυμα οι εκπομπές και οι παρουσιαστές;
Επιβεβαιώνεται, 15χρόνια μετά ότι ο Τσιμιτσέλης αντιμετωπίζει τα κυπριακά όπως ο τουρίστας το μενού στην ταβέρνα. Αναγνωρίζει λέξεις, μαντεύει σημασίες, προφέρει με αυτοπεποίθηση και ελπίζει να μην τον διορθώσουν δυνατά. Κάθε φράση μοιάζει με μικρό ρίσκο, κάθε λέξη με ζάρι που ρίχνει στο πάτωμα του στούντιο. Και κάπου εκεί καταλαβαίνεις πως, παρότι πέρασαν 15 χρόνια, η πρόοδος είναι… συμβολική.
Το αστείο είναι πως το παιχνίδι λέγεται «Παίζουμε Κυπριακά», αλλά τελικά παίζουμε όλοι ένα άλλο παιχνίδι: πόσα κυπριακά δεν ξέρει ο παρουσιαστής και πόσο θα τον βοηθήσει το μοντάζ και η τηλεπαρουσιάστρια. Το ΡΙΚ ποντάρει στη νοσταλγία, ο Τσιμιτσέλης στο χιούμορ (και μια χαρά τα πάει σ’ αυτό) αλλά τα κυπριακά συνεχίζουν να περιμένουν τη μέρα που θα ακουστούν χωρίς εισαγωγικά. Μέχρι τότε, παίζουμε. Κυπριακά… περίπου.
Μήπως να μετονομάσουν το τηλεπαιχνίδι σε: «Κυπριακά με υπότιτλους»;






























