

Χρήστος Ζαβός
Ανάμεσα σε κούπες επιβλητικές, γεμάτες από ασήμι και χρυσάφι, με λάβαρα ένδοξα και τιμητικά ο «αυτοκράτορας» αναπαύεται στο θρόνο του.
Μαζεμένοι στην επιβλητική αίθουσα, συνεργάτες και σύμβουλοι του ανακοινώνουν τα νέα που ακούγονται στο βασίλειο του, περί της επιστροφής της έκπτωτης «βασίλισσας».
Το βασικό μήνυμα φέρει την πρώην βασική του αντίπαλο να μαζεύει τους υπηκόους της και να ξεκινά εκστρατεία για να ανακτήσει το χαμένο της βασίλειο.
Οι αγγελιοφόροι ανά την αυτοκρατορία, έχουν να λένε ότι τούτη τη φορά, η «βασίλισσα» ενίσχυσε τον στρατό, εκσυγχρόνισε το οπλοστάσιο και συσπειρώνει το λαό της με μοναδικό στόχο να αμφισβητήσει την απόλυτη κυριαρχία του.
Οι παρευρισκόμενοι έχουν έκδηλη την αγωνία στα πρόσωπα, περιμένοντας έστω και μια λέξη να βγει από το στόμα του. Εδώ και λίγα λεπτά γυρίζοντας την πλάτη του προς τους υπόλοιπους, μένει σιωπηλός, αγναντεύοντας από το παράθυρο τον κήπο του «Αρχάγγελου».
Επιστρέφει και πάει κατευθείαν στο κουτί όπου βρίσκονται τα αγαπημένα του πούρα. Ακολουθώντας με ευλάβεια την διαδικασία ν’ ανάψει, ρουφάει τον καπνό στέλνοντας τον κατευθείαν προς το ταβάνι. Οι υπόλοιποι σχεδόν χαζεμένοι σηκώνουν το κεφάλι τους προς τα πάνω, ωσάν και περιμένουν να δουν μήπως υπάρχει κάποιο μήνυμα μέσα από τον καπνό.
Την ίδια ώρα απλώνει στο γραφείο τον χάρτη του βασιλείου. Με το δείκτη το χεριού του βολτάρει ανάμεσα στις κατακτημένες περιοχές θυμούμενος τις ένδοξες μάχες μέσα από τις οποίες βγήκε νικητής.
Κοιτάει την «κίτρινη Πολιτεία» στη Λεμεσό που μοιάζει ερειπωμένη, νιώθει ικανοποίηση για την υποταγή του όμορφου και ελκυστικού Απόλλωνα, ανακουφίζεται με την συνθηκολόγηση που έκανε στη Λάρνακα και καταλήγει στο βασίλειο που πια καθοδηγείται από τον παλιό μα ένδοξο στρατηγό Τιμούρ δίχως ν' ανησυχεί ιδιαίτερα.
Πιάνοντας το πηγούνι, ετοιμάζεται να βγάλει για πρώτη φορά έστω και μια λέξη από το στόμα του. Με αλαζονικό και ελιτίστικο ύφος, όπως δηλαδή αρμόζει στον απόλυτο άρχοντα, σηκώνει το κεφάλι του ρωτώντας το εξής:
«Τι θέλει τώρα αυτή; Πόσα έφαγε τους τελευταίους 24 αγώνες;» Γονατίζοντας ενώπιον του ο πιο τολμηρός των παρευρισκόμενων του μεταφέρει το «18-6-0».
«Στείλτε της το μήνυμα και μην με ξαναενοχλήσετε με δαύτη. Τώρα θέλω ν’ αναπαυθώ. Αποχωρήστε όλοι». Στο πι και φι η αίθουσα άδειασε.
Ο αυτοκράτορας έμεινε εκεί συλλογισμένος. Σκέφτηκε την εκστρατεία με τους Λουξεμβουργιανούς και την ίδια στιγμή χαμογέλασε φέρνοντας στο μυαλό την πολεμική μηχανή, που έφτιαξε κατά το καλοκαίρι.
Γεμάτος περηφάνια θυμήθηκε την οβίδα που έστειλαν οι Γκέντσογλου, Πάβλοβιτς και Λούκας, συντρίβοντας σε χρόνο dt την αντίπαλη άμυνα των Λεμεσιανών μόλις το περασμένο Σάββατο.
Φέρνοντας ακριβώς στο μυαλό του, το πόσο οχυρωμένο είναι το βασίλειο του, χάρηκε διαπιστώνοντας ότι φέτος δεν θα χρειαστεί καθόλου να παρέμβει. Είναι σίγουρος οτι στρατός με τον Γερμανό στρατηγό, θα προστατεύσει το βασίλειο του διατηρώντας την απόλυτη ισχύ του.
Ένα χαμόγελο έσκασε στο πρόσωπο του. Θυμήθηκε τη «βασίλισσα» και έτριψε τα χέρια του με ικανοποίηση.