
Κωστής Διογένους
Η πρόσφατη κίνηση των αρχών της Δημοκρατίας να προχωρήσουν με ποινικές διώξεις κατά συγκεκριμένων προσώπων που φέρονται να έχουν σφετεριστεί ελληνοκυπριακές περιουσίες στα κατεχόμενα, ήταν αναμενόμενο πως θα προκαλέσει αντιδράσεις. Η πιο προβλέψιμη ήταν φυσικά εκείνη του Ερσίν Τατάρ, ο οποίος έσπευσε να καταγγείλει τις ενέργειες αυτές ως «επιθετική ενέργεια» και «υπονόμευση της ειρήνης».
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κατοχικός ηγέτης επιχειρεί να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα. Αντί να απολογηθεί για την κατοχή, την καταπάτηση του διεθνούς δικαίου και τη μετατροπή των κατεχομένων σε παράδεισο για ξένους «επενδυτές», αγανακτεί γιατί το θύμα τολμά να διεκδικήσει το αυτονόητο: δικαιοσύνη.
Εξίσου αποκαλυπτική όμως είναι και η γενικότερη στάση του Ερσίν Τατάρ, ο οποίος έχει προ πολλού εγκαταλείψει κάθε προσχήματα για διάλογο. Αρνείται πεισματικά να συναντηθεί με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη, τον οποίο τώρα αποκαλεί «αναξιόπιστο συνομιλητή», με αφορμή τις διώξεις των σφετεριστών, επιβεβαιώνοντας με κυνισμό την πλήρη άρνησή του να εμπλακεί σε οποιαδήποτε σοβαρή διαπραγμάτευση.
Αυτό όμως που προκαλεί αληθινό προβληματισμό δεν είναι η αντίδραση του Τατάρ. Είναι η αντίδραση κάποιων από τη δική μας πλευρά. Άρθρα γνώμης, δηλώσεις και τοποθετήσεις που ούτε λίγο ούτε πολύ υποστηρίζουν ότι τέτοιες διώξεις «δυναμιτίζουν το καλό κλίμα» και «δίνουν πάτημα στο ψευδοκράτος να σκληρύνει τη στάση του» και ασκούν κριτική στην κυβέρνηση. Ορισμένοι προχωρούν ακόμη περισσότερο, προειδοποιώντας ότι τέτοιες ενέργειες είναι «αντιπαραγωγικές» για την προοπτική λύσης.
Αναρωτιέται κανείς: από πότε η υπεράσπιση της νομιμότητας αποτελεί εμπόδιο στην ειρήνη; Πότε ακριβώς αποφασίσαμε πως η απαίτηση για δικαιοσύνη πρέπει να θυσιαστεί στον βωμό ενός «καλού κλίματος» που μοιάζει περισσότερο με αυταπάτη παρά με βάση ή προοπτική διαλόγου;
Η προστασία των περιουσιών στα κατεχόμενα δεν είναι ούτε εμπόδιο, ούτε «μονομερής ενέργεια». Είναι υποχρέωση. Δεν είναι εθνικιστική παρόρμηση· είναι βασικό στοιχείο της επιβίωσης του κράτους δικαίου και της ίδιας της αξιοπρέπειάς μας. Το πρόβλημα δεν είναι ότι διώκουμε επιτέλους τους σφετεριστές. Το πρόβλημα είναι ότι επί δεκαετίες αδρανούσαμε.
Η πολιτική ισότητα δεν μπορεί να οικοδομηθεί πάνω σε νομική ανοχή. Και η όποια μορφή λύσης δεν μπορεί να στηριχτεί στη σιωπή απέναντι στην αδικία.
Θα πρέπει λοιπόν να κλείσουμε τα μάτια στην παρανομία και να την καλύψουμε με πολιτικές αποφάσεις; Έτσι οραματίζονται κάποιοι τη ζωή στη μελλοντική Διζωνική, Δικοινοτική Ομοσπονδία; Καλά ο Τατάρ. Εμείς όμως;
Η κριτική και η αντιπολίτευση αποτελούν θεμέλια για τη λειτουργία της Δημοκρατίας. Αντιπολίτευση και κριτική σε πολιτικές θέσεις και πρακτικές της κυβέρνησης όμως, όχι στα δίκαια που για δεκαετίες διεκδικούμε και ζητούμε από όλο τον ελεύθερο κόσμο.