
Τις αντιδράσεις που έχει προκαλέσει το σχέδιο της αιγυπτιακής κυβέρνησης να μετατρέψει το όρος Σινά – έναν από τους ιερότερους τόπους παγκοσμίως – σε πολυτελές τουριστικό θέρετρο, αναδεικνύει σε εκτενές άρθρο του BBC.
Το δημοσίευμα περιγράφει τις ανησυχίες για την αλλοίωση της πολιτιστικής και θρησκευτικής κληρονομιάς, επισημαίνει τις αντιδράσεις της φυλής βεδουίνων Τζεμπελίγια που βλέπει τα σπίτια και τις παραδόσεις της να απειλούνται και καταγράφει την εμπλοκή της Ελλάδας λόγω της Ιερής Μονής της Αγίας Αικατερίνης. Παράλληλα, παρουσιάζει τις πιέσεις διεθνών οργανισμών όπως η Unesco, για την ανάγκη προστασίας ενός τόπου που αποτελεί πνευματικό φάρο και μνημείο παγκόσμιας σημασίας.
Όπως επισημαίνει το BBC, το όρος Σινά, ένας από τους ιερότερους τόπους της Αιγύπτου – σεβαστός από Εβραίους, Χριστιανούς και Μουσουλμάνους – βρίσκεται στο επίκεντρο μιας έντονης διαμάχης γύρω από τα σχέδια μετατροπής του σε ένα νέο τουριστικό μεγα-πρότζεκτ. Γνωστό τοπικά ως Τζαμπάλ Μούσα, το όρος Σινά θεωρείται από τους πιστούς ως το σημείο όπου ο Μωυσής παρέλαβε τις Δέκα Εντολές. Πολλοί πιστεύουν επίσης ότι εκεί, σύμφωνα με τη Βίβλο και το Κοράνι, ο Θεός μίλησε στον προφήτη μέσα από τη φλεγόμενη βάτο.
Στην ίδια περιοχή βρίσκεται και η Μονή της Αγίας Αικατερίνης του 6ου αιώνα, το οποίο λειτουργεί υπό τη δικαιοδοσία της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας. Όπως φαίνεται, οι μοναχοί θα παραμείνουν εκεί, καθώς οι αιγυπτιακές αρχές, έπειτα από ελληνικές πιέσεις, διέψευσαν ότι σκοπεύουν να το κλείσουν.
Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν έντονες ανησυχίες για το πώς αυτός ο απομονωμένος έρημος τόπος – Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco, που περιλαμβάνει το μοναστήρι, τον οικισμό και το βουνό – πρόκειται σύντομα να μεταμορφωθεί. Πολυτελή ξενοδοχεία, βίλες και αγορές βρίσκονται ήδη υπό κατασκευή, αναφέρει το BBC.
Οι αλλαγές που έρχονται για τους Τζεμπελίγια
Η περιοχή είναι επίσης η πατρογονική γη μιας βεδουίνικης κοινότητας, της φυλής Τζεμπελίγια. Ήδη τα μέλη της, γνωστά και ως «Φύλακες της Αγίας Αικατερίνης», έχουν δει τα σπίτια και τα τουριστικά οικολογικά τους καταλύματα να κατεδαφίζονται με ελάχιστη ή και καθόλου αποζημίωση. Έχουν μάλιστα εξαναγκαστεί να μεταφέρουν σορούς από το τοπικό νεκροταφείο για να δημιουργηθεί χώρος για νέο πάρκινγκ.
Το έργο μπορεί να παρουσιάστηκε από το κράτος ως αναγκαίο βήμα για βιώσιμη ανάπτυξη που θα ενισχύσει τον τουρισμό, ωστόσο επιβλήθηκε στους Βεδουίνους παρά τη θέλησή τους, τονίζει ο Βρετανός ταξιδιωτικός συγγραφέας Μπεν Χόφλερ, ο οποίος έχει συνεργαστεί στενά στο παρελθόν με τις φυλές του Σινά. «Αυτή δεν είναι ανάπτυξη που ζήτησαν οι Τζεμπελίγια, αλλά κάτι που τους επιβλήθηκε από άτομα με εξουσία για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα ξένων εις βάρος της τοπικής κοινότητας», δήλωσε στο BBC.
«Ένας νέος αστικός κόσμος χτίζεται γύρω από μια φυλή βεδουίνων νομαδικής καταγωγής. Ένας κόσμος από τον οποίο πάντα επέλεγαν να μένουν αποκομμένοι, στη δημιουργία του οποίου δεν συναίνεσαν και που θα αλλάξει για πάντα τη θέση τους στην πατρίδα τους», προσθέτει ο ειδικός.
Η αντίδραση της Ελλάδας
Οι ντόπιοι, που ανέρχονται περίπου σε 4.000, αποφεύγουν να μιλήσουν ανοιχτά για τις αλλαγές. Μέχρι στιγμής, η Ελλάδα είναι η ξένη χώρα που έχει εκφραστεί πιο έντονα για τα αιγυπτιακά σχέδια, λόγω της σύνδεσής της με το μοναστήρι.
Η ένταση ανάμεσα στην Αθήνα και το Κάιρο κλιμακώθηκε όταν αιγυπτιακό δικαστήριο αποφάνθηκε τον Μάιο ότι η Μονή της Αγίας Αικατερίνης – το παλαιότερο χριστιανικό μοναστήρι στον κόσμο με αδιάλειπτη λειτουργία – βρίσκεται σε κρατική γη. Μετά από μια διαμάχη δεκαετιών, οι δικαστές έκριναν ότι το μοναστήρι έχει μόνο «δικαίωμα χρήσης» της γης στην οποία βρίσκεται και των αρχαιολογικών θρησκευτικών χώρων που το περιβάλλουν.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Β΄, επικεφαλής της Εκκλησίας της Ελλάδος, έσπευσε να καταδικάσει την απόφαση. «Η περιουσία της Μονής υφαρπάζεται και δημεύεται και ο πνευματικός αυτός Φάρος της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού αντιμετωπίζει πλέον ζήτημα πραγματικής επιβίωσης», ανέφερε σε δήλωσή του.
Σε μια σπάνια συνέντευξη, ο Αρχιεπίσκοπος της Αγίας Αικατερίνης, Δαμιανός, είπε σε ελληνική εφημερίδα ότι η απόφαση ήταν ένα «βαρύ πλήγμα για εμάς… και ντροπή». Ο τρόπος που διαχειρίστηκε την υπόθεση προκάλεσε διαμάχη μεταξύ των μοναχών και οδήγησε στην πρόσφατη απόφασή του να παραιτηθεί.
Το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων υπενθύμισε ότι ο ιερός τόπος – πάνω στον οποίο έχει εκκλησιαστική δικαιοδοσία – είχε λάβει από τον ίδιο τον Μωάμεθ έγγραφο που εξασφάλιζε την προστασία του.Τόνισε ότι το βυζαντινό μοναστήρι – που φιλοξενεί και ένα μικρό τζαμί της εποχής των Φατιμιδών – αποτελεί θησαυρό ειρήνης ανάμεσα σε Χριστιανούς και Μουσουλμάνους και ένα καταφύγιο ελπίδας για έναν κόσμο βυθισμένο στη σύγκρουση.
Ενώ η αμφιλεγόμενη δικαστική απόφαση παραμένει σε ισχύ, ένας μαραθώνιος διπλωματικών επαφών κατέληξε τελικά σε κοινή δήλωση Ελλάδας και Αιγύπτου, με την οποία διασφαλίζεται η προστασία της ελληνορθόδοξης ταυτότητας και της πολιτιστικής κληρονομιάς της Αγίας Αικατερίνης.
«Δώρο προς τον κόσμο» ή καταστροφική παρέμβαση στο τοπίο;
Η Αίγυπτος ξεκίνησε το 2021 το κρατικά χρηματοδοτούμενο Πρόγραμμα Μεγάλης Μεταμόρφωσης για τον τουρισμό. Το σχέδιο περιλαμβάνει την ανέγερση ξενοδοχείων, οικο-καταλυμάτων και ενός μεγάλου κέντρου επισκεπτών, καθώς και την επέκταση του μικρού γειτονικού αεροδρομίου και τη δημιουργία τελεφερίκ προς το όρος Σινά.
Η κυβέρνηση προβάλλει τα εν λόγω έργα ανάπτυξης ως «δώρο της Αιγύπτου προς ολόκληρο τον κόσμο και όλες τις θρησκείες». «Το έργο θα παρέχει όλες τις τουριστικές και ψυχαγωγικές υπηρεσίες για τους επισκέπτες, θα προωθήσει την ανάπτυξη της πόλης [της Αγίας Αικατερίνης] και των γύρω περιοχών διατηρώντας τον περιβαλλοντικό, αισθητικό και πολιτιστικό χαρακτήρα της παρθένας φύσης, και θα προσφέρει στέγαση σε όσους εργάζονται στα έργα της Αγίας Αικατερίνης», είχε δηλώσει πέρυσι ο υπουργός Στέγασης Σέριφ ελ-Σεμπρίνι.
Αν και οι εργασίες φαίνεται να έχουν παγώσει προσωρινά λόγω χρηματοδοτικών προβλημάτων, το Οροπέδιο Ελ-Ράχα – με θέα τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης – έχει ήδη αλλάξει θεαματικά. Νέοι δρόμοι κατασκευάζονται στην περιοχή. Εκεί λέγεται ότι οι ακόλουθοι του Μωυσή, οι Ισραηλίτες, τον περίμεναν κατά την παραμονή του στο όρος Σινά. Οι επικριτές των έργων προειδοποιούν ότι τα ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής καταστρέφονται.
Περιγράφοντας την εξαιρετική οικουμενική αξία του τόπου, η Unesco επισημαίνει ότι «το άγριο ορεινό τοπίο γύρω του αποτελεί το τέλειο φόντο για το Μοναστήρι». Όπως αναφέρει: «Η τοποθέτηση του μοναστηριού δείχνει μια συνειδητή προσπάθεια να δημιουργηθεί ένας στενός δεσμός ανάμεσα στη φυσική ομορφιά και την απομόνωση αφενός και στη βαθιά πνευματική αφοσίωση αφετέρου».
Ήδη από το 2023, η Unesco είχε εκφράσει τις ανησυχίες της και είχε καλέσει την Αίγυπτο να σταματήσει τις παρεμβάσεις, να ελέγξει τις επιπτώσεις και να εκπονήσει ένα σχέδιο προστασίας. Αυτό δεν έχει συμβεί προς το παρόν.
Τον Ιούλιο, η οργάνωση World Heritage Watch απέστειλε ανοικτή επιστολή ζητώντας από την Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco να εντάξει την περιοχή της Αγίας Αικατερίνης στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς σε Κίνδυνο. Εκκλήσεις για παρέμβαση έφτασαν επίσης στον βασιλιά Κάρολο, ως επίτιμο προστάτη του Ιδρύματος Αγίας Αικατερίνης, το οποίο συγκεντρώνει πόρους για τη διατήρηση και μελέτη της κληρονομιάς του μοναστηριού με τη συλλογή πολύτιμων αρχαίων χριστιανικών χειρογράφων. Ο βασιλιάς έχει χαρακτηρίσει τον τόπο «έναν μεγάλο πνευματικό θησαυρό που πρέπει να διατηρηθεί για τις επόμενες γενιές».
Τα σχέδια για τον τουρισμό και πώς οι βεδουίνοι μένουν εκτός
Το εν λόγω πρότζεκτ δεν είναι το πρώτο στην Αίγυπτο που δέχεται κριτική για έλλειψη ευαισθησίας απέναντι στην ιστορία της χώρας. Ωστόσο, η κυβέρνηση θεωρεί τη σειρά των μεγαλεπήβολων σχεδίων της ως κλειδί για την τόνωση της εύθραυστης οικονομίας. Ο άλλοτε ακμάζων τουριστικός τομέας της Αιγύπτου είχε μόλις αρχίσει να ανακάμπτει από τις επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19, όταν επλήγη από τον αιματηρό πόλεμο στη Γάζα και ένα νέο κύμα περιφερειακής αστάθειας. Η κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο την προσέλκυση 30 εκατομμυρίων επισκεπτών έως το 2028.
Υπό διαδοχικές αιγυπτιακές κυβερνήσεις, η εμπορική ανάπτυξη του Σινά προχωρούσε χωρίς καμία διαβούλευση με τις ντόπιες κοινότητες.
Η χερσόνησος καταλήφθηκε από το Ισραήλ κατά τον πόλεμο της Μέσης Ανατολής το 1967 και επιστράφηκε στην Αίγυπτο μόνο μετά την υπογραφή ειρηνευτικής συνθήκης το 1979. Έκτοτε, οι Βεδουίνοι καταγγέλλουν ότι αντιμετωπίζονται σαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Η κατασκευή των δημοφιλών προορισμών της Ερυθράς Θάλασσας, μεταξύ των οποίων και το Σαρμ ελ-Σέιχ, ξεκίνησε στο Νότιο Σινά τη δεκαετία του 1980. Πολλοί βλέπουν σήμερα ομοιότητες με όσα συμβαίνουν στην Αγία Αικατερίνη.
«Οι Βεδουίνοι ήταν οι άνθρωποι της περιοχής, οι οδηγοί, οι εργάτες, αυτοί από τους οποίους νοίκιαζες κατάλυμα», λέει ο Αιγύπτιος δημοσιογράφος Μοχάνναντ Σάμπρι. «Ύστερα ήρθε ο βιομηχανοποιημένος τουρισμός και τους έδιωξε – όχι μόνο από τη δουλειά, αλλά και φυσικά, τους απομάκρυνε από τη θάλασσα στο περιθώριο».
Όπως συνέβη και με τους προορισμούς της Ερυθράς Θάλασσας, αναμένεται ότι Αιγύπτιοι από άλλες περιοχές της χώρας θα σπεύσουν να εργαστούν στις νέες υποδομές γύρω από την Αγία Αικατερίνη. Ωστόσο, η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι παράλληλα «αναβαθμίζει» τις οικιστικές περιοχές των βεδουίνων.
Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης έχει αντέξει πολλές αναταράξεις κατά τη διάρκεια της τελευταίας χιλιετίας, αλλά όταν οι πρώτοι και γηραιότεροι μοναχοί εγκαταστάθηκαν εκεί, αποτελούσε ακόμη έναν απομακρυσμένο τόπο προσευχής και απομόνωσης.
Αυτό άρχισε να αλλάζει όταν η επέκταση των θερέτρων της Ερυθράς Θάλασσας έφερε χιλιάδες προσκυνητές σε ημερήσιες εκδρομές στις περιόδους αιχμής.
Τα τελευταία χρόνια, μεγάλα πλήθη περνούσαν μπροστά από ό,τι λέγεται ότι είναι τα απομεινάρια της φλεγόμενης βάτου ή επισκέπτονταν το μουσείο όπου εκτίθενται σελίδες από τον Σιναϊτικό Κώδικα – το αρχαιότερο σωζόμενο, σχεδόν πλήρες, χειρόγραφο αντίγραφο της Καινής Διαθήκης.
Ακόμη κι αν το μοναστήρι και η βαθιά θρησκευτική σημασία της τοποθεσίας μείνουν τελικά ανέπαφα, το περιβάλλον και οι παραδόσεις της ζωής γύρω του φαίνεται πως οδεύουν προς μια μη αναστρέψιμη αλλαγή, καταλήγει το αφιέρωμα του BBC.
Πηγή: Protothema