
Ελισάβετ Γεωργίου
Η Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας (ΑΔΙΠΑ) προχωρά σε ποινική και πειθαρχική διερεύνηση σχετικά με τα επεισόδια που σημειώθηκαν το βράδυ της Πέμπτης, 2 Οκτωβρίου, έξω από το Υπουργείο Εξωτερικών, κατά τη διάρκεια διαμαρτυρίας για τη Γάζα.
Η Αρχή, σύμφωνα με ανακοίνωσή της, έχει ήδη λάβει αριθμό παραπόνων από πολίτες που παρευρίσκονταν στη διαδήλωση και κατήγγειλαν υπέρμετρη χρήση βίας από μέλη της Αστυνομίας. Για τον σκοπό αυτό, αποφασίστηκε ο διορισμός δύο ποινικών ανακριτών, οι οποίοι θα διερευνήσουν τόσο τα ποινικά όσο και τα πειθαρχικά σκέλη των υποθέσεων.
Νίκος Λοϊζίδης: «Δεν υπάρχει μετρητής αναλογίας βίας»
Ο πρόεδρος του Κλάδου Αστυνομικού Σώματος της συντεχνίας «Ισότητα», Νίκος Λοϊζίδης, σχολιάζοντας στην ιστοοσελίδα μας, τη διερεύνηση από την ΑΔΙΠΑ, ανέφερε ότι είναι δικαίωμα κάθε πολίτη να καταθέσει παράπονο, ωστόσο επεσήμανε πως η συντεχνία είναι έτοιμη να στηρίξει νομικά τα μέλη της.
«Είναι δικαίωμα του οποιουδήποτε να υποβάλει παράπονο εναντίον αστυνομικών στην ΑΔΙΠΑ. Από εκεί και πέρα, εμείς για τα μέλη μας είμαστε έτοιμοι να τους υπερασπιστούμε νομικά», ανέφερε.
«Να υπενθυμίσω επίσης την τροποποίηση της νομοθεσίας της ΑΔΙΠΑ το 2024, που προβλέπει ποινές για ψευδείς πληροφορίες προς ανακριτή ή δημόσια βλάβη. Όταν κάποιος πει ψέματα, πρέπει να γνωρίζει ότι υπάρχουν συνέπειες», πρόσθεσε.
«Όσον αφορά τη χρήση βίας, να θυμίσω ότι σύμφωνα με τον νομοθέτη, η «ανάλογη βία» δεν έχει μετρητή. Οι αστυνομικοί είναι εκεί για να εφαρμόζουν τη νομοθεσία και να προστατεύουν τη δημόσια τάξη», τόνισε ο κ. Λοϊζίδης.
Τα ερωτήματα που θέτει η «Ισότητα»
Η συντεχνία «Ισότητα» προχώρησε επίσης σε ανάρτηση με μια σειρά ρητορικών ερωτημάτων, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τις κρίσεις περί «υπέρμετρης βίας» από την πλευρά των αστυνομικών.
Μεταξύ άλλων, ο Κλάδος Αστυνομικού Σώματος διερωτάται:
- Ποιος καθόρισε ποιο είναι το μέτρο της «ανάλογης βίας» που πρέπει να χρησιμοποιηθεί (σωματική, χημικά, εξαρτύσεις κ.ά.);
- Πώς το μέτρησε και με ποια κριτήρια;
- Με ποιο μέτρο υπολογίστηκε η βία που χρησιμοποίησε η Αστυνομία και κρίθηκε «δυσανάλογη»;
- Πώς τεκμηριώνεται ότι ήταν «υπέρμετρη» και σε ποιο βαθμό υπερέβη το μέτρο;
Η συντεχνία σημειώνει ότι «οι αστυνομικοί ενεργούν βάσει οδηγιών και επιχειρησιακών πρωτοκόλλων» και ότι κάθε ενέργεια «πρέπει να εξετάζεται με βάση τις πραγματικές συνθήκες και τους κινδύνους που αντιμετώπιζαν επί τόπου».
Τι προβλέπεται για τη χρήση βίας από την Αστυνομία
Σύμφωνα με τις εσωτερικές διατάξεις της Αστυνομίας, η χρήση βίας ή μέσων καταστολής (όπως χημικά, γκλοπ, σπρέι πιπεριού) επιτρέπεται μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις:
- Όταν υπάρχει άμεση απειλή κατά της σωματικής ακεραιότητας αστυνομικών ή πολιτών,
- Όταν απαιτείται αποκατάσταση της δημόσιας τάξης λόγω βίαιης ή επικίνδυνης συμπεριφοράς,
- Και αφού προηγηθούν σαφείς προειδοποιήσεις προς τους παρευρισκόμενους.
Η Αστυνομία επιμένει ότι στην προκειμένη περίπτωση τηρήθηκαν όλες οι διαδικασίες και ότι δεν υπήρξε υπέρβαση καθήκοντος.
Επόμενα βήματα της ΑΔΙΠΑ
Η ΑΔΙΠΑ έχει ήδη ξεκινήσει τη διερεύνηση, έχει στα χέρια της αριθμό παραπόνων και οπτικοακουστικό υλικό, ενώ αναμένεται ο διορισμός των δύο ποινικών ανακριτών που θα εξετάσουν τις καταγγελίες. Η έρευνα θα επικεντρωθεί τόσο σε τυχόν υπέρβαση καθήκοντος από μέλη της Αστυνομίας όσο και σε ενδεχόμενη παραπληροφόρηση ή ψευδείς ισχυρισμούς, όπως προβλέπεται στη νομοθεσία.
Υπενθυμίζεται ότι τα επεισόδια σημειώθηκαν το βράδυ της Πέμπτης 2 Οκτωβρίου, έξω από το Υπουργείο Εξωτερικών, κατά τη διάρκεια αυθόρμητης διαμαρτυρίας για τη Γάζα. Διαδηλωτές κατήγγειλαν ότι δέχθηκαν άδικη και υπέρμετρη επίθεση από την Αστυνομία, κάνοντας λόγο για χρήση σπρέι πιπεριού και βίας χωρίς πρόκληση.
Η Αστυνομία, από την πλευρά της, υποστηρίζει ότι αντέδρασε για να αποτρέψει κλιμάκωση και να διασφαλίσει τη δημόσια ασφάλεια, κάνοντας λόγο για ανάλογη χρήση βίας.
Η Εκπρόσωπος Τύπου της Αστυνομίας, Κυριακή Λαμπριανίδου, δήλωσε ότι η διαδήλωση πραγματοποιήθηκε χωρίς προηγούμενη ενημέρωση, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι «αυτό δεν αποτελεί παράβαση», αφού ο νόμος επιτρέπει αυθόρμητες κινητοποιήσεις. Το πρόβλημα, σύμφωνα με την ίδια, ήταν ότι κανείς δεν αναλάμβανε την ευθύνη της διοργάνωσης, γεγονός που δυσχέρανε τον συντονισμό και την τήρηση της δημόσιας τάξης.
«Ζητήθηκαν ενισχύσεις και προσπαθήσαμε να βρούμε τον διοργανωτή, αλλά κανείς δεν αναλάμβανε την ευθύνη. Οι διαδηλωτές δεν συνεργάζονταν με τις οδηγίες να ανέβουν στο πεζοδρόμιο και συνέχιζαν να παρακωλύουν την κυκλοφορία», ανέφερε η κ. Λαμπριανίδου.