
Μπορεί οι δημοσκοπήσεις να του δίνουν τα χαμηλότερα ποσοστά αποδοχής που είχε ποτέ πρόεδρος των ΗΠΑ τις πρώτες 100 ημέρες του στο Οβάλ Γραφείο -44%, μειωμένο κατά 7 μονάδες από τις 20 Ιανουαρίου, όταν και ανέλαβε επίσημα τα καθήκοντά του- όμως ο Ντόναλντ Τραμπ δεδομένα δεν είναι ο μόνος που βρίσκεται σε ποσοστό κάτω από το 50% στο ορόσημο των πρώτων 100 ημερών, καθώς και ο Τζο Μπάιντεν βρισκόταν, αν και οριακά, κάτω από αυτό το όριο. Για να εξηγήσει κάποιος τους λόγους που η αποδοχή του 47ου προέδρου πέφτει, υπάρχουν πολλές παράμετροι. Η σημαντικότερη παραμένει η οικονομία…
It’s the tariffs stupid
Οι δασμοί που ο Ντόναλντ Τραμπ επέβαλλε τον περασμένο Απρίλιο και ο αντίκτυπος που αυτοί έχουν κυρίως στο εσωτερικό των ΗΠΑ φαίνεται πως κοστίζουν ακριβά στην εικόνα του Αμερικανού προέδρου.
Έξι στους 10 Αμερικανούς χαρακτηρίζουν τους δασμούς κίνηση που θα είναι «επίπονη» και από τους υπόλοιπους τέσσερις που πιστεύουν πως σε βάθος χρόνου θα έχουν αποτέλεσμα, το 50% πιστεύει πως μεσοπρόθεσμα η αμερικανική οικονομία θα βρεθεί σε μεγαλύτερη από την σημερινή κρίση.
Η οικονομία ήταν με διαφορά το πιο ισχυρό «χαρτί» του Τραμπ προεκλογικά. Ο Αμερικανός πρόεδρος χρησιμοποίησε απτά δεδομένα της πρώτης του θητείας -πριν το σαρωτικό πέρασμα της πανδημίας- και είχε ένα ξεκάθαρο και μάλιστα διψήφιο προβάδισμα έναντι των Δημοκρατικών στις δημοσκοπήσεις.
Οι δασμοί και ο τρόπος με τον οποίο ο Τραμπ επέλεξε να εκκινήσει την συγκεκριμένη διαδικασία αλλά και ο τρόπος με τον οποίο σήμερα έναν μήνα μετά εξακολουθεί να επιμένει στην συγκεκριμένη πρακτική γεμίζουν με «φόβο» -αυτή την λέξη επέλεξαν για να χαρακτηρίσουν την σημερινή κατάσταση 7 στους 10 Αμερικανούς σε δημοσκόπηση της Ipsos- την αμερικανική κοινωνία.
Στα συγκεκριμένα χαμηλά ποσοστά και την γενικότερη δυσαρέσκεια για την οικονομική πολιτική του Τραμπ θα πρέπει να προστεθεί και το στοιχείο πως για την πλειοψηφία των Αμερικανών 100 ημέρες μετά το δόγμα «πάταξη της διαφθοράς» που ο Τραμπ ανέθεσε εξ ολοκλήρου στον Έλον Μασκ χαρακτηρίζεται αποτυχία.
Επτά στους 10 Αμερικανούς θεωρούν πως δεν έχει γίνει το παραμικρό στον συγκεκριμένο τομέα ενώ αντίστοιχα χαμηλά είναι και τα ποσοστά του ίδιου του μεγιστάνα της τεχνολογίας ο οποίος κρίνεται στις πρώτες 100 ημέρες «ανεπαρκής». Ο Τραμπ στο συγκεκριμένο κομμάτι φαίνεται πως έχει λάβει ήδη τις αποφάσεις του και ο Έλον Μασκ όχι όμως και το DOGE θα αποτελέσει παρελθόν από την κυβέρνηση και πιθανότατα και την πολιτική επικαιρότητα.
Η φωτεινή εξαίρεση του μεταναστευτικού
Τα ποσοστά του Ντόναλντ Τραμπ είναι σε ιστορικό υψηλό αποδοχής πολιτικής στο κομμάτι μόνο της διαχείρισης του μεταναστευτικού. Έξι στους 10 Αμερικανούς χαρακτηρίζουν τους χειρισμούς του σωστούς και εγκρίνουν την πολιτική που ο Λευκός Οίκος χαράζει. Είναι αυτά τα υψηλά ποσοστά της πολιτικής Τραμπ για τα σύνορα της χώρας που συγκρατούν και τα συνολικά ποσοστά αποδοχής του στο πάνω από 40% τονίζουν στις εκθέσεις τους οι εταιρείες δημοσκοπήσεων.
Στις δημοσκοπήσεις και τις έρευνες γνώμης μπορεί να μην αποτυπώνεται πλήρως η αντίληψη των Αμερικανών πολιτών και οι θέσεις τους για τη μετανάστευση -κάτι τέτοιο δεν γίνεται άλλωστε σε καμία έρευνα- αλλά προς το παρόν είναι ο μοναδικός από τους τομείς της διακυβέρνησης Τραμπ που καταγράφει επιδόσεις στα όρια του πολιτικού «άριστα».
Το 2026 που δεν είναι μακριά και οι Δημοκρατικοί που έχουν πρόβλημα
Οι Δημοκρατικοί έχουν λόγους να αισθάνονται ενθαρρυμένοι από τη ραγδαία πτώση του Τραμπ. Εξάλλου, ελπίζουν να ανακτήσουν τον έλεγχο της Βουλής στις ενδιάμεσες εκλογές του 2026 και να περιορίσουν την πλειοψηφία των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία. Η εικόνα του Τραμπ ως «φθαρμένου πολιτικού κεφαλαίου» θα μπορούσε ασφαλώς να συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση.
Ωστόσο, οι πρώιμες ενδείξεις ενόψει του 2026 παρουσιάζονται κάπως αμφιλεγόμενες.
Ο πλέον αξιόπιστος παραδοσιακός δείκτης για τη δυναμική των δύο κομμάτων είναι η λεγόμενη «γενική ψήφος» - δηλαδή, ποιο κόμμα θα ψήφιζε κανείς εάν οι εκλογές διεξάγονταν σήμερα. Οι περισσότερες πρόσφατες δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα στους Δημοκρατικούς, αλλά μόλις κατά μία έως τρεις ποσοστιαίες μονάδες. Ένα τέτοιο μικρό προβάδισμα σπανίως επιφέρει ουσιαστικές πολιτικές ανατροπές.
Παράλληλα, στη δημοσκόπηση Post-ABC-Ipsos ζητήθηκε από τους πολίτες να εκφράσουν ποιον εμπιστεύονται περισσότερο για τη διαχείριση των σημαντικότερων προβλημάτων της χώρας: τον Τραμπ ή τους Δημοκρατικούς στο Κογκρέσο. Ο Τραμπ συγκέντρωσε ποσοστό 37%, οι Δημοκρατικοί 30%, ενώ το 30% των ερωτηθέντων απάντησε «κανέναν από τους δύο».
Το εύρημα αυτό αποτυπώνει τη διαρκή και ιστορικών διαστάσεων δυσαρέσκεια απέναντι στο Δημοκρατικό Κόμμα, του οποίου η δημόσια εικόνα έχει επιδεινωθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες.
Ίσως το ζήτημα αυτό να μην αποδειχθεί καθοριστικό το επόμενο έτος, σε περίπτωση που η προεκλογική μάχη επικεντρωθεί στον Τραμπ και οι πολίτες θελήσουν να θέσουν όρια στην επιρροή του. Άλλωστε, οι Δημοκρατικοί κατέγραψαν επιτυχίες σε αρκετές πρόσφατες σημαντικές αναμετρήσεις.
Εντούτοις, μέχρι στιγμής, η πολιτική φθορά του Τραμπ δεν έχει επιφέρει εμφανή ανατροπή στο σκηνικό των ενδιάμεσων εκλογών -κοινώς, 100 ημέρες μετά ο 47ος πρόεδρος της χώρας δεν έχει αντίπαλο.
Πηγή: Protothema