
Την είσοδο των ΗΠΑ στην περιφερειακή μέχρι πρότινος σύρραξη ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν σηματοδότησε η πρωινή επιχείρηση των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων που επιχείρησαν κατά τριών στόχων- πυρηνικών εγκαταστάσεων της Τεχεράνης, μολονότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ είχε αφήσει να αιωρείται ένα τελεσίγραφο δύο εβδομάδων, μέχρι να καταλήξει αν θα «πατήσει» το κουμπί της επέμβασης.
Τα 3 «κλειδιά»
Ωστόσο, για τους καλά γνωρίζοντες η πρόθεση του Ντόναλντ Τραμπ να εμπλέξει άμεσα τις ΗΠΑ υπήρξε ακλόνητη, δεδομένο ότι η στάση του απέναντι στην Τεχεράνη υπήρξε σκληρή ήδη από την περίοδο της πρώτης θητείας του, ενώ οι κινήσεις του ιρανικού καθεστώτος υπήρχαν πάντα στα ραντάρ της Ουάσιγκτον.
Η επιλογή μιας αμερικανικής «επιτυχίας» στη Μέση Ανατολή, μετά τις αποτυχημένες απόπειρες εγκαθίδρυσης δημοκρατικών καθεστώτων από τους προκατόχους του, Μπάρακ Ομπάμα και Τζο Μπάιντεν, αλλά και η πλήρης αναδιάταξη της περιοχής ενυπήρχαν στον σχεδιασμό του Λευκού Οίκου.
Απόλυτη «στεγανοποίηση»
Για το λόγο αυτό, η σημερινή επιχείρηση αποδεικνύεται αριστοτεχνική ως προς τη «στεγανοποίησή» της, καθώς καμία πληροφορία για τον ακριβή χρόνο του χτυπήματος δεν είχε διαρρεύσει προηγουμένως, επιδεικνύοντας την ικανότητα των ΗΠΑ να δρουν με απόλυτη μυστικότητα.
Αυτό ερμηνεύει και την απόφαση του Λευκού Οίκου να μην ενημερώσει τους Δημοκρατικούς για την επικείμενη επιχείρηση, την οποία άρχισαν να συνειδητοποιούν ορισμένοι αναλυτές όταν σήμερα γνωστοποιήθηκε ότι θα μετείχε στη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου των ΗΠΑ ο Διευθυντής της CIA.
Παραπλάνηση
Η παρουσία του Τζον Ράτκλιφ στη χθεσινή συνεδρίαση έφερε πιο κοντά το σενάριο που ήθελε τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες να κερδίζουν χρόνο για την ταυτοποίηση των στόχων, όσο ο Πρόεδρος Τραμπ είχε δώσει διορία δύο εβδομάδων στο Ιράν, προκειμένου να καθίσει στο τραπέζι των ειρηνευτικών συνομιλιών.
Ακολουθώντας την πανάρχαιη τακτική της παραπλάνησης, η οποία ανάγεται στα κείμενα του Σουν Τζου, οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις δεν διέρρευσαν ότι βομβαρδιστικά Β-2 απογειώθηκαν από το Μιζούρι, αλλά άφηναν να διαφανεί πως θα εκκινούσαν από τη βάση Ντιέγκο Γκαρσία, αφήνοντας θολό το τοπίο ως προς το χρόνο των επιχειρήσεων τους.
Άλλωστε, οι αντικρουόμενες δηλώσεις του ίδιου του Πρόεδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ ως προς την απόφαση του να συμμετάσχουν ή όχι οι ΗΠΑ σε στρατιωτική επιχείρηση εναντίον της Τεχεράνης εκτιμάται ως αναπόσπαστο μέρος της αμερικανικής επιχείρησης παραπλάνησης από μερίδα στρατηγικών αναλυτών.
Μυστικές διαπραγματεύσεις
Η επιχειρησιακή ετοιμότητα, στην οποία είχαν τεθεί οι ΗΠΑ, εξελισσόταν παράλληλα, ωστόσο, με παρασκηνιακές διαβουλεύσεις, είτε αυτές αφορούσαν τη διαμεσολαβητική πρωτοβουλία του Τούρκου Προέδρου, Ταγίπ Ερντογάν, είτε «παράλληλα» κανάλια επικοινωνίας με τους Ιρανούς, προσφέροντας διαβεβαιώσεις ότι η επέμβαση τους δεν ισοδυναμεί με αλλαγή καθεστώτος.
Στην κατεύθυνση αυτή, ο Λευκός Οίκος επιχείρησε να περιορίσει το εύρος των αντιποίνων, αλλά και να κρατήσει σε ένα επίπεδο, ακόμη και ελάχιστο, ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας με την Τεχεράνη.
Σε επίπεδο ρητορικής, δηλαδή, ο Λευκός Οίκος να είναι σε θέση να υπερασπιστεί την επέμβαση ως περιορισμένης έκτασης επιχείρηση εστιασμένη σε πυρηνικές εγκαταστάσεις και χωρίς στοχευμένες επιθέσεις κατά του αστικού τοπίου και των αμάχων.
Ακόμη και αν αιφνιδίασε το Κογκρέσο των ΗΠΑ, το οποίο θεσμικά «κηρύσσει τον πόλεμο», ο Πρόεδρος Τραμπ κέρδισε τους δημόσιους επαίνους από μέρους Ρεπουμπλικάνων που του ασκούν διαχρονικά σκληρή κριτική, όπως ο Μίτς Μακόνελ, αλλά και την ανοιχτή στήριξης Δημοκρατικών, όπως ο Τζον Φέτερμαν, τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή εκδήλωσης της απάντησης του Ιράν.
Πηγή: Protothema