ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Αντίστροφη μέτρηση για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών

Μεταβατική περίοδος πέντε ετών

ΚΥΠΕ

Με σαφές χρονοδιάγραμμα και έκκληση για υπεύθυνη στάση από όλες τις εμπλεκόμενες οργανώσεις, παρουσιάστηκε την Τετάρτη ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παιδείας το νομοσχέδιο για το νέο σύστημα αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και του εκπαιδευτικού έργου. Η Υπουργός Παιδείας, Αθηνά Μιχαηλίδου, χαρακτήρισε τη διαδικασία «ένα βήμα προς τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος», προσθέτοντας πως για πρώτη φορά εδώ και 50 χρόνια έχει κατατεθεί αλλαγή στη Βουλή για το υφιστάμενο σύστημα.

Όπως ανέφερε η Υπουργός, η συζήτηση περνά πλέον από το επίπεδο του διαλόγου με τις εκπαιδευτικές οργανώσεις στο στάδιο της κοινοβουλευτικής εξέτασης.

«Τώρα πια μπαίνει σε μια άλλη βάση η συζήτηση, για πρώτη φορά για το σχέδιο αξιολόγησης εντός Βουλής, εντός Επιτροπής Παιδείας. Τώρα συζητάμε επί του νομοσχεδίου, άρα πολύ συγκεκριμένα και με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και ο καθένας πρέπει να αναλάβει πια τις ευθύνες του», ανέφερε.

Κατά τη διάρκεια της συνεδρίας της Επιτροπής και ενώ οι εκπαιδευτικές οργανώσεις εξέφρασαν διαφωνίες και μίλησαν για έλλειψη ουσιαστικού διαλόγου επί του νομοσχεδίου, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Παύλος Μυλωνάς εισηγήθηκε όπως οι οργανώσεις καταθέσουν γραπτώς τις διαφωνίες τους στην Επιτροπή και στη συνέχεια αυτές να διαβιβαστούν στο Υπουργείο για περαιτέρω διάλογο. 

Η κ. Μιχαηλίδου δήλωσε πως θα εργαστούν εντατικά αυτούς τους δύο μήνες ώστε, λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές τοποθετήσεις των εκπαιδευτικών οργανώσεων, να εξεταστούν πιθανά σημεία συγκλίσεων.

«Προχωρούμε ώστε στις αρχές του Σεπτέμβρη να φέρουμε το επικαιροποιημένο νομοσχέδιο και να ληφθούν αποφάσεις πριν τα Χριστούγεννα», είπε, προσθέτοντας ότι στόχος είναι η εφαρμογή του νέου συστήματος από τον Ιανουάριο.

Μιλώντας στους δημοσιογράφους, ξεκαθάρισε ότι νομοσχέδιο δεν πάει πίσω, αφού δεν προνοείται καν από τις διαδικασίες της Βουλής.

Η Υπουργός διευκρίνισε ότι οι όποιες αλλαγές που θα γίνουν σε συνεννόηση με τους εκπαιδευτικούς θα είναι σε σημεία που δεν επηρεάζουν την εφαρμογή ή τη φιλοσοφία του νομοσχεδίου.

«Αυτή είναι η δημοκρατική διαδικασία που ακολουθείται στη Βουλή. Σε όλες τις περιπτώσεις κατάθεσης νομοσχεδίων η δημοκρατία επιβάλλει τη συζήτηση. Δεν επιβάλλει πλήρη συμφωνία. Αυτό το γνωρίζουμε και δεν αναμένουμε πλήρη συμφωνία σε όλα τα σημεία», ανέφερε.

Πρόσθεσε ωστόσο ότι αναμένουν θετική διάθεση από τις εκπαιδευτικές οργανώσεις ώστε ακόμα και στα σημεία που έχουν μεταξύ τους διαφωνία να βρεθούν συγκλίσεις. Υπενθύμισε ότι ο εκσυγχρονισμός του συστήματος αξιολόγησης περιλαμβάνεται στο σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Κύπρου, στον στρατηγικό σχεδιασμό και το ετήσιο σχέδιο δράσης του Υπουργείου, καθώς και στο πρόγραμμα διακυβέρνησης ως μια απ’ τις εμβληματικές δράσεις.

«Η εισαγωγή ενός νέου, πιο δίκαιου, ευέλικτου και παιδαγωγικά τεκμηριωμένου συστήματος είναι προς όφελος των μαθητών μας, των εκπαιδευτικών μας αλλά και της ίδιας της κοινωνίας που το απαιτεί αυτό θέσαμε ενώπιον όλων», είπε. Πρόσθεσε ότι πρόκειται για ένα σύστημα που προσφέρει ουσιαστική ανατροφοδότηση, ενισχύει την επαγγελματική ανάπτυξη και εξασφαλίζει υψηλότερη ποιότητα στη διδασκαλία και τη μάθηση, με πλήρη σεβασμό στους εκπαιδευτικούς.

Είναι, όπως είπε, το πιο σημαντικό βήμα προς ένα σύγχρονο ανθρωποκεντρικό και συμπεριληπτικό σχολείο που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του σήμερα αλλά και τις προκλήσεις του αύριο. Πρόσθεσε ότι απώτερος στόχος της κυβέρνησης είναι η τοποθέτηση του Κυπριακού εκπαιδευτικού συστήματος σε τροχιά ανάπτυξης και ουσιαστικής αναβάθμισης, έτσι που να συμβαδίζει με τις σύγχρονες εκπαιδευτικές εξελίξεις τόσο στον ευρωπαϊκό όσο και στο διεθνή χώρο και όχι να ακολουθεί ετεροχρονισμένα. 

Αναφερόμενη στις προβλέψεις του σχεδίου για την αντιμετώπιση ανεπαρκών επιδόσεων εκπαιδευτικών, η Υπουργός σημείωσε ότι «στα πρώτα δύο χρόνια και πριν τη μονιμοποίηση θα υπάρχουν αυστηροί έλεγχοι, συνεχής διαμορφωτική αξιολόγηση ώστε να μπορούμε ακόμα και να απομακρύνουμε εκπαιδευτικούς που δεν είναι κατάλληλοι». Σημείωσε, επίσης, ότι η αξιολόγηση δεν θα περιορίζεται σε μια ετήσια επίσκεψη από επιθεωρητή, αλλά θα περιλαμβάνει συνεχή στήριξη και παρακολούθηση κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς.

Απαντήσεις σε επικρίσεις εκπαιδευτικών οργανώσεων

Απαντώντας σε επικρίσεις εκπαιδευτικών οργανώσεων η κ. Μιχαηλίδου ανέφερε, ότι όλες αυτές οι δικαιολογίες και οι προφάσεις ότι οι σελίδες είναι πιο λίγες από άλλες προσπάθειες και ποιοι τα κατέγραψαν, δεν μπορούν να αποτελούν εμπόδια ή δικαιολογίες για να μην προχωρεί το θέμα.

Για τη στελέχωση της επιτροπής που εκπόνησε την πρόταση, εξήγησε ότι «είναι τεχνοκράτες του Υπουργείου Παιδείας, τους οποίους όλοι γνωρίζουν και συμμετείχαν σε όλες τις συναντήσεις στο πλαίσιο του διαλόγου».

Υπενθύμισε πως «στηριχθήκαμε στη διεθνή βιβλιογραφία και έχουμε την τεχνογνωσία», ενώ σημείωσε ότι το κόστος της μεταρρύθμισης είναι σημαντικά χαμηλότερο από προηγούμενες προσπάθειες. «Η οικονομική επιβάρυνση είναι στην πενταετία γύρω στα €12,8 εκατομμύρια. Είναι το χαμηλότερο κόστος που είχαμε στις προτάσεις των τελευταίων 30 χρόνων», είπε.

Τέλος, στο θέμα των αποσπασμένων εκπαιδευτικών στο Υπουργείο είπε ότι αποτελεί «μύθο», αναφέροντας ότι 0,2% των εκπαιδευτικών είναι αποσπασμένοι.

Πρόσθεσε ότι δεν είναι μεγάλος ο αριθμός, παρόλα αυτά καταβάλλεται προσπάθεια για μείωση, εκεί όπου οι αποσπασμένοι επιτελούν γραμματειακά καθήκοντα. Πρόσθεσε ωστόσο ότι σε κάποιες θέσεις πάντα θα χρειάζονται αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί  με μεταπτυχιακά προσόντα, όπως το να εκπονήσουν εκπαιδευτικό υλικό, το να κάνουν επιμορφώσεις, το να στηρίζουν σχολεία και να επιτελούν συμβουλευτικό έργο. Προσπάθεια όπως είπε, είναι να βελτιωθούν εκείνα τα φαινόμενα που βλέπαμε στο παρελθόν να αξιολογούνται με υψηλές βαθμολογίες οι αποσπασμένοι και να παίρνουν θέσεις.

Μιλώντας στην Επιτροπή Παιδείας ο Πρόεδρος της ΟΕΛΜΕΚ Δημήτρης Ταλιαδώρος μίλησε για πολλά κενά, ασάφειες και γκρίζες ζώνες στην πρόταση και είπε ότι δεν μπορούν να συμφωνήσουν αν δεν καλυφθούν τα κενά αυτά. Εξέφρασε επίσης της θέση ότι δεν έγινε ποιοτικός διάλογος για το θέμα, ενώ είπε ότι η πρόταση δεν είναι επιστημονική.

Η Πρόεδρος της ΠΟΕΔ Μύρια Βασιλείου είπε ότι παρόλο ότι επιθυμούν εκσυγχρονισμό του συστήματος τα μέλη της οργάνωσης εξουσιοδότησαν την ηγεσία να χειριστεί περιπτώσεις μονομερών αποφάσεων του Υπουργείου, όπως το γεγονός ότι προωθήθηκε το νομοσχέδιο στη Βουλή χωρίς πρώτα να ενημερωθούν.

Εξέφρασε τη διαφωνία της για την προσθήκη νέων καθηκόντων στον Διευθυντή ως Παιδαγωγικό Σύμβουλο, σημειώνοντας ότι αυτά δεν έχουν προσδιοριστεί με σαφήνεια ως προς το πότε και πώς θα εφαρμόζονται. Τόνισε, επίσης, ότι υπάρχουν αρκετά σημεία που αγγίζουν τα εργασιακά δεδομένα των μελών της οργάνωσης και τα οποία θα πρέπει να προχωρήσουν με τη δέουσα προσοχή. Όπως ανέφερε, η θέση της οργάνωσης είναι πως το νομοθέτημα πρέπει να επιστρέψει στο τραπέζι του διαλόγου και να υπάρξει πλήρης συμφωνία επί όλων των πτυχών του.

Ο Παναγιώτης Λυσάνδρου εκ μέρους της ΟΛΤΕΚ σημείωσε την ανάγκη οι εκπαιδευτικοί να αξιολογούνται από επιθεωρητές που έχουν διδάξει τα μαθήματα της ειδικότητάς τους, επισημαίνοντας ότι «μόνο το 50% των συναδέλφων σήμερα αξιολογούνται από επιθεωρητή της ειδικότητάς τους». Ζήτησε όπως οι αξιολογήσεις του επιθεωρητή και του διευθυντή παραμένουν διακριτές, ώστε, όπως ανέφερε, «να μην υπάρχει προσυνεννόηση». Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην ανάγκη δημιουργίας ξεχωριστού προγράμματος για νεοεισερχόμενους στην Τεχνική Εκπαίδευση.

Από την πλευρά της Συντεχνίας Ισότητα, ο Αλέξιος Σαββίδης δήλωσε ότι «το νέο σχέδιο αξιολόγησης είναι πανάκριβο». Έκανε λόγο για το ζήτημα των αποσπασμένων εκπαιδευτικών, το οποίο χαρακτήρισε «το κακό αγκάθι της παιδείας», καθώς όπως είπε, «παίρνουν προαγωγές εις βάρος των υπόλοιπων εκπαιδευτικών και δεν γίνεται καμία αναφορά στο νομοσχέδιο». Ζήτησε επίσης σαφή κοστολόγηση όχι μόνο για την παρούσα εφαρμογή αλλά και για τις επόμενες θητείες για το νέο σχέδιο.

Η Στάλω Κουκουμά, εκ μέρους των Επιθεωρητών Μέσης Εκπαίδευσης της ΠΑΣΥΔΥ, έκανε ειδική αναφορά στη συγκρότηση του Δευτεροβάθμιου Σώματος Εξέτασης Ενστάσεων, τονίζοντας ότι μέχρι σήμερα ο διευθυντής λειτουργούσε ουσιαστικά ως δεύτερο επίπεδο κρίσης ενστάσεων και εγείροντας ερωτήματα για την πρακτική εφαρμογή του νέου μηχανισμού: «Δεν είναι δυνατόν ο Γενικός Διευθυντής να εξετάσει 800 ενστάσεις. Ποιοι θα είναι πίσω από αυτόν για να στηρίξουν αυτή τη διαδικασία;».

Από την πλευρά των Επιθεωρητών της Δημοτικής Εκπαίδευσης, η Γρηγορία Κυριακού επισήμανε ότι οι ίδιοι ζητούν εργαλεία που θα συμβάλουν στον εκσυγχρονισμό και την αποτελεσματικότητα του έργου τους, επισημαίνοντας ωστόσο την ανάγκη απλοποίησης του σχεδίου. «Να μην χάσουμε το σχέδιο σε πολύπλοκη γραφειοκρατία», είπε. Πρόσθεσε ότι οι δύο ρόλοι του επιθεωρητή ως αξιολογητή και ως συμβούλου θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω συζήτησης, ώστε να αποσαφηνιστούν οι ευθύνες και τα όρια κάθε ρόλου.

Εκπρόσωποι οργανώσεων γονέων από όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης συμφώνησαν ότι η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών είναι αναγκαία και ότι πρέπει να εφαρμοστεί ένα νέο σύστημα που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες της εκπαίδευσης. Παράλληλα, τονίστηκε ότι οι γονείς, ως βασικοί αποδέκτες των αποτελεσμάτων του εκπαιδευτικού έργου, θα πρέπει να έχουν θεσμικό ρόλο στη διαδικασία αξιολόγησης. Αναφέρθηκε επίσης ότι το βασικό ζητούμενο είναι το τελικό όφελος να καταλήγει στα ίδια τα παιδιά.

Μεταβατική περίοδος πέντε ετών

Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας, Γιώργος Παντελή, αναφερόμενος στο χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του νέου συστήματος αξιολόγησης, διευκρίνισε ότι το σχέδιο περιλαμβάνει μεταβατική περίοδο πέντε ετών, κατά την οποία θα επιτραπεί η προοδευτική υλοποίηση του νέου πλαισίου. Εντός αυτής της περιόδου, πρόσθεσε, μια Επιτροπή Παρακολούθησης θα ολοκληρώσει το σχέδιο, με τη συνεργασία των οργανώσεων και του Υπουργείου Παιδείας.

Ανέφερε ότι οι ανησυχίες που διατυπώνονται από τους εμπλεκόμενους φορείς θα αντιμετωπιστούν μέσα από το έργο της εν λόγω επιτροπής, τονίζοντας την ανάγκη να ολοκληρωθεί το όλο εγχείρημα εντός εύλογου χρονικού πλαισίου.

Περισσότερη διαβούλευση για κατάληξη σε ευρέως αποδεκτό σύστημα, προκρίνουν Βουλευτές

Ο Αναπληρωτής Πρόεδρος της Επιτροπής Παιδείας, Βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χρύσανθος Σαββίδης, εξέφρασε την πλήρη στήριξή του στην ανάγκη διαμόρφωσης ενός σύγχρονου και αντικειμενικού συστήματος αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Όπως ανέφερε, η αξιολόγηση αποτελεί βασικό εργαλείο για την αναβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης της κοινωνίας στο δημόσιο σχολείο.

Ο κ. Σαββίδης κάλεσε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς να συνεχίσουν τον ουσιαστικό διάλογο, με στόχο την κατάληξη σε ένα ενιαίο, δίκαιο και διαφανές σύστημα αξιολόγησης, το οποίο να ενθαρρύνει τη συνεχή επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, να επιβραβεύει τις καλές πρακτικές και να συμβάλλει ουσιαστικά στην αναβάθμιση των μαθησιακών αποτελεσμάτων. Σημείωσε ότι η αναγνώριση και ενίσχυση του έργου των εκπαιδευτικών μέσα από σαφή κριτήρια αποτελεί επένδυση για το μέλλον της παιδείας.

Ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ Γεώργιος Κάρουλλας δήλωσε ότι ο στόχος του κόμματός του είναι η διαμόρφωση ενός νέου συστήματος αξιολόγησης που να προκύπτει μέσα από ουσιαστική διαβούλευση με τους εκπαιδευτικούς και την κοινωνία και να υπηρετεί τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος προς όφελος των παιδιών. Όπως είπε, είναι σημαντικό να ολοκληρωθεί η διαδικασία εντός των χρονικών ορίων που θέτει το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, προσθέτοντας ότι το υφιστάμενο σύστημα αξιολόγησης, που παραμένει αμετάβλητο εδώ και 50 χρόνια, έχει κλείσει τον κύκλο του.

Ο κ. Κάρουλλας επεσήμανε ωστόσο πως από την καταγραφή των δεδομένων προκύπτει ότι δεν υπήρξε επαρκής διαβούλευση με τους εκπαιδευτικούς, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για το γιατί δεν παρουσιάστηκε στη Βουλή ένα προϊόν ευρείας συμφωνίας. Πρόσθεσε ότι οφείλει το Υπουργείο να διαβουλευτεί εντατικά και παραγωγικά ώστε να έρθει ενώπιόν της Βουλής το συντομότερο δυνατό ένα νέο προϊόν, που να είναι προϊόν συναίνεσης.

Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Χρίστος Χριστοφίδης ανέφερε πως ουσιαστικά «το νομοσχέδιο αποσύρεται» ώστε να γίνουν διαπραγματεύσεις και να επιτευχθεί ένα συμφωνημένο κείμενο μεταξύ εργοδότη και εργοδοτουμένων. Τόνισε ότι ακόμα και οι επιθεωρητές  οι οποίοι παίζουν κομβικό ρόλο στο νέο σύστημα αξιολόγησης  διατύπωσαν ενστάσεις, στοιχείο που καταδεικνύει την ανάγκη για πιο ουσιαστική προσέγγιση.

Ο κ. Χριστοφίδης επέκρινε, παράλληλα, την προσπάθεια να αποδοθούν όλα τα προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος στην απουσία αξιολόγησης ή στην υποτιθέμενη άρνηση των εκπαιδευτικών να αξιολογηθούν. Απέδωσε τη βιασύνη στην ανάγκη κάλυψης δεσμεύσεων που απορρέουν από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Όπως ανέφερε, το Υπουργείο Παιδείας θα πρέπει να φέρει ενώπιον της Βουλής ένα νέο, τροποποιημένο σχέδιο που να μπορεί να τύχει ευρείας αποδοχής, επισημαίνοντας ότι ο στόχος πρέπει να είναι και η αντιμετώπιση φαινομένων αναξιοκρατίας και ρουσφετιού στον χώρο της εκπαίδευσης. Υπενθύμισε ότι ενώ το σχέδιο χρηματοδοτείται με μισό εκατομμύριο ευρώ από το Σχέδιο Ανάκαμψης, υπάρχει κίνδυνος επιβολής προστίμου έως και 60 εκατομμυρίων ευρώ αν δεν υλοποιηθούν οι σχετικές δεσμεύσεις κάτι που, όπως είπε, διαρρέεται ήδη από πλευράς Υπουργείου Οικονομικών.

Ο Βουλευτής της ΔΗΠΑ – Συνεργασία, Αλέκος Τρυφωνίδης, χαρακτήρισε θετική την πρωτοβουλία της Κυβέρνησης, της Υπουργού Παιδείας και των συνεργατών της να τολμήσουν και να φέρουν προς συζήτηση νέο σχέδιο αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Όπως είπε, η τόλμη και η αποφασιστικότητα να λυθεί επιτέλους αυτό το ζήτημα είναι από τα θετικά στοιχεία της προσπάθειας, «στην οποία συμβάλαμε και εμείς σε μεγάλο βαθμό».

Τόνισε ότι στο εκπαιδευτικό μας σύστημα γίνεται σημαντικό έργο από εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές, ωστόσο το υφιστάμενο σύστημα αξιολόγησης δημιουργεί στρεβλώσεις και προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν με τόλμη και συνεννόηση.

Ο κ. Τρυφωνίδης ανέφερε πως, ενεργώντας προληπτικά για να αποφευχθεί ένα πιθανό αδιέξοδο, η ΔΗΠΑ είχε παρέμβει τις προηγούμενες ημέρες, στηρίζοντας την πρόταση του Προέδρου της Επιτροπής Παιδείας στη βάση της οποίας όλες οι θέσεις και διαφωνίες των εκπαιδευτικών οργανώσεων θα καταγραφούν και θα διαβιβαστούν στην Υπουργό.

Είπε ακόμα ότι επιβάλλεται ο διάλογος να μην είναι ατέρμονος, ώστε να μπορέσει η Βουλή να συνεχίσει τη διαδικασία και να διαμορφωθεί ένα σύστημα αξιολόγησης που να προάγει τη δημοκρατία, τη διαφάνεια και την ισοτιμία μεταξύ των εκπαιδευτικών, λειτουργώντας προς όφελος των μαθητών και του δημόσιου σχολείου.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Κοινωνία: Τελευταία Ενημέρωση