ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

ΠΑΣΥΨΥ - Ανησυχίες για το σχέδιο αναδιάρθρωσης των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας

Ο Πρόεδρος του ΠΑΣΥΨΥ εξηγεί τους λόγους διαφωνίας με το Σχέδιο ΥΚΕ

Το Υπουργείο Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προωθεί την αναδιάρθρωση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας (ΥΚΕ). Σύμφωνα με το Υπουργείο, το σχέδιο αναδιάρθρωσης των ΥΚΕ, θα συμβάλει στην παροχή προσβάσιμων, προσιτών, φιλικών και εξατομικευμένων κοινωνικών υπηρεσιών για ολιστική στήριξη του ατόμου και της οικογένειας, με ανθρωποκεντρικό, πολυθεματικό κι αποτελεσματικό τρόπο.

Επίσης, το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων υποστηρίζει ότι «η αναδιάρθρωση του σχεδίου ΥΚΕ, έχει ως ζητούμενο και στοίχημα τις προσβάσιμες, προσιτές, φιλικές, εξατομικευμένες κοινωνικές υπηρεσίες για ολιστική στήριξη του ατόμου και της οικογένειας, με ανθρωποκεντρικό, πολυθεματικό και αποτελεσματικό τρόπο».

Οι ανησυχίες που εκφράζονται

Ο Παγκύπριος Σύλλογος Ψυχολόγων (ΠΣΨ), να σημειωθεί εδώ ότι θα πρέπει να ληφθεί στα υπόψην ότι πρόκειται για επαγγελματικό σωματείο ψυχολόγων και συνεπώς για σύνδεσμο επαγγελματιών ψυχικής υγείας που κατέχουν το αντικείμενο, εξέφρασε ανησυχίες κάνοντας λόγο για ένα σχέδιο το οποίο διαπνέεται από προχειρότητα και διακηρύξεις, χωρίς να είναι κατανοητό πώς θα επιτευχθούν «οι ευγενείς στόχοι που θέτει το υπουργείο».

Ο Δρ. Γιώργος Μεταξάς, Πρόεδρος του Παγκύπριου Συλλόγου Ψυχολόγων μέσα από την σελίδα μας τοποθετείται στο θέμα που προέκυψε.
Έχουμε κατηγορηθεί από την αξιότιμη Υπουργό Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για «στείρα κριτική και φιλολογικού περιεχομένου κείμενα χωρίς εισηγήσεις». Δεν έχουμε κατανοήσει τον λόγο της τόσο έντονης αντίδρασης από το ΥΕΠΚΑ, θα υπενθυμίσουμε όμως τους αρμόδιους πως ότι ως επιστημονικό σωματείο καθοδηγούμαστε από τις αρχές που διέπουν την επιστήμη της ψυχολογίας. Συνεπώς, εμείς ούτε ασκούμε, ούτε υλοποιούμε πολιτική. Αυτό είναι έργο του Υπουργείου και είναι απολύτως σεβαστό. Οι προτάσεις μας στηρίζονται στα δεδομένα που προκύπτουν από ερευνητικά στοιχεία και διατηρούμε το δικαίωμά μας να έχουμε άποψη για αυτά που σχετίζονται με τον κλάδο της ψυχολογίας. Επαναλαμβάνουμε λοιπόν πως για να έχουν επιτυχία τα θέματα της δημιουργίας Μονάδων Πρόληψης Οικογένειας και Παιδιού χρειάζεται διεπιστημονική προσέγγιση. Είναι κοινώς αποδεκτό για παράδειγμα, πως στα ζητήματα που αφορούν σε παιδική κακοποίηση και παραμέληση, εξαιτίας της πολυπλοκότητας από την οποία χαρακτηρίζονται, κανένας κλάδος και κανένα γνωστικό αντικείμενο δεν μπορεί να διαχειριστεί όλες τις παραμέτρους και τα προβλήματα που σχετίζονται με ένα τόσο σοβαρό θέμα, και για αυτό τον λόγο η διεθνής πρακτική προωθεί την πολυθεματικότητα.

Συνεπώς, θεωρούμε πως οι γνώσεις και η εμπειρία της ψυχολογίας ως επιστήμης μόνο όφελος θα φέρει στην προσπάθεια αναδιάρθρωσης των ΥΚΕ. Ως σύλλογος, θεωρούμε πως έχουμε τηρήσει μέχρι σήμερα μια συνετή και συνεργατική στάση, αναδεικνύοντας όμως ταυτόχρονα τις αντιφάσεις μεταξύ πολιτικών και επαγγελματικών στόχων. Όπως πολύ εύστοχα το έχει θέσει ο Δρ. Νικολαΐδης «όσο θα πρυτανεύουν οι ηθικές, ιδεολογικές ή κοινωνικές πεποιθήσεις ή/και προκαταλήψεις στους θεσμούς και στους ερευνητές, οι εφαρμοζόμενες πολιτικές θα είναι καταδικασμένες να κινούνται στην κραυγαλέα «υπεριδεολογικοποίηση» εμπειρικών ερωτημάτων και τον φανατισμό».

Τα ερωτήματα για το Σχέδιο Αναδιάρθρωσης των ΥΚΕ

Η βασική κριτική στο Σχέδιο είναι πως δεν αναφέρει κάπου τους λόγους για τους οποίους αποφασίστηκε ο συγκεκριμένος τρόπος αναδιάρθρωσης, ενώ υπάρχουν δημοσιευμένα στοιχεία των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, τα οποία μας δείχνουν την κατεύθυνση προς την οποία θα έπρεπε να είχε κινηθεί το Σχέδιο (τουλάχιστον στα ζητήματα που μας αφορούν ως σύλλογο). Εντούτοις το σχέδιο είναι κατά την άποψη μας ασαφές και γενικό, παραμένοντας σε διακηρύξεις χωρίς να προσφέρει συγκεκριμένα μέτρα και πολιτικές προς την επίτευξη τους. Για παράδειγμα ενώ αναλώνεται σε μια αναλυτική παρουσίαση της προσθήκης του «Κοινωνικού Παρατηρητή της Γειτονιάς» δεν γίνεται καμιά αναφορά ως προς το πώς ακριβώς θα βοηθήσει η λειτουργία του συγκεκριμένου προγράμματος στην εξυπηρέτηση των πολιτών. Συγκεκριμένα, διαφαίνεται από το λεκτικό του Σχεδίου η πεποίθηση, πως με την αύξηση στη ροή πληροφόρησης θα βελτιωθούν οι υπηρεσίες που παρέχονται, χωρίς όμως να εξηγεί ακριβώς τον μηχανισμό μέσω του οποίου θα επιτευχθεί ο στόχος. Χωρίς να διαφωνούμε πως πρέπει να υπάρξει βελτίωση στην ροή πληροφοριών, σύμφωνα και με τις δημοσιεύσεις των ΥΚΕ, το βασικό πρόβλημα, για παράδειγμα στα Προγράμματα της προληπτικής, είναι η απουσία μεθοδολογίας διαχείρισης της πληροφόρησης αυτής, η απουσία ενιαίων κριτηρίων ως προς τη διερεύνηση και την ετοιμασία σχεδίου παρέμβασης κ.λπ. Συγκεκριμένα, οι ΥΚΕ το 2018 προχώρησαν σε διαφοροποίηση του τρόπου λειτουργίας συγκεκριμένων προγραμμάτων μέσω της υλοποίησης τεχνικών δομημένης επαγγελματικής εκτίμησης και εμπειρικά τεκμηριωμένων τεχνικών παρέμβασης, όπως είναι και η διεθνής τάση.

Οι λόγοι, όπως ανακοινώθηκαν, έγκεινται στην προσπάθεια βελτίωσης των παρεχόμενων υπηρεσιών, αφού υπήρχε σοβαρό πρόβλημα στη διαπίστωση των προβλημάτων και στον σχεδιασμό της παρέμβασης. Ενώ είναι θετικό το γεγονός ότι οι ΥΚΕ αναγνώρισαν την ύπαρξη προβλήματος, ωστόσο θα ήταν όμως ωφέλιμο για τον διάλογο να διευκρινιστεί προς το κοινό ποια μεθοδολογία ακολουθήθηκε κατά την ετοιμασία του Σχεδίου και πως αυτή θα υλοποιηθεί.

Θέλω να τονίσω ότι η διάγνωση του προβλήματος αποτελεί και το πλέον βασικό στάδιο για την επαγγελματική διαχείριση οποιουδήποτε ζητήματος, ειδικότερα αν αφορά ζητήματα ψυχολογικής και κοινωνικής ευεξίας. Ήδη από τα μέσα του περασμένου αιώνα έχει διαπιστωθεί πως η εγκυρότητα αξιολογήσεων που βασίζονται αποκλειστικά στην επαγγελματική εκτίμηση είναι σημαντικά χαμηλότερη από αξιολογήσεις που βασίζονται σε ψυχομετρικά εργαλεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι η ετοιμασία συγκεκριμένου πρωτοκόλλου διαχείρισης παραγόντων επικινδυνότητας και προστασίας, το οποίο παρουσιάστηκε στις 26/11/2018 από τις ΥΚΕ και το οποίο από τις αρχές του 2019 έχει σταματήσει να αναπτύσσεται.

Φωνή βοώντος εν τη ερήμω

Δεν έχουμε καμιά απάντηση από το ΥΕΠΚΑ ή τις ΥΚΕ στις ανησυχίες που έχουμε εκφράσει, αντίθετα, αντί του διαλόγου που επιθυμούσαμε να ξεκινήσει λαμβανομένης υπόψη της σοβαρότητας των ζητημάτων λάβαμε μια αόριστη απάντηση όπου πληροφορούμαστε μεταξύ άλλων πως οι «Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας είναι κοινωνικές υπηρεσίες» και πως «το Σχέδιο αποτελεί το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί η αναδιάρθρωση», ενώ στη συνέχεια κατηγορηθήκαμε για «στείρα κριτική». Θεωρούμε πως πιθανώς να πρόκειται για παρερμηνεία της ανακοίνωσής μας, η οποία ας σημειωθεί έχει εκδοθεί μετά από το κάλεσμα του ΥΕΠΚΑ για δημόσιο διάλογο, στο πλαίσιο του οποίου έχουμε υποβάλει επίσημα τις θέσεις μας ως Σύλλογος. Η αφετηρία μας δεν ήταν η εκ προοιμίου «επίκριση» προς το Υπουργείο, αλλά εμπειρικά τεκμηριωμένες θέσεις με επιχειρήματα και αναφορές στην επιστημονική βιβλιογραφία ως προς την κατεύθυνση που θα μπορούσε να κινηθεί το Σχέδιο. Τα κείμενα μας δεν αποτελούν «πολιτικές» θέσεις, αλλά προτάσεις.

Είμαστε πεπεισμένοι ότι το ζήτημα που έχουμε θίξει, δηλαδή το ότι το αποτέλεσμα κακής ποιότητας αξιολογήσεων και της απουσίας συγκεκριμένου πλάνου διαχείρισης της επικινδυνότητας οδηγεί δυστυχώς δυνητικά ακόμα και στην απώλεια ζωών, ενδιαφέρει και το ΥΕΠΚΑ και συνεχίζουμε να ευελπιστούμε στην έναρξη ουσιαστικού διαλόγου για τα επιστημονικά αυτά ζητήματα. Σε συνάντηση που είχαμε με την έντιμη Υπουργό Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων στις 12 Νοεμβρίου 2018 είχε διατυπώσει την άποψη πως το ΥΕΠΚΑ δεν πρόκειται να επέμβει σε ζητήματα που σχετίζονται με τα Προγράμματα Προληπτικής, αλλά σε θέματα που σχετίζονται με τον καθορισμό πολιτικής.

Λυπούμαστε να παρατηρήσουμε ότι και στις δύο απαντήσεις που λάβαμε, μέσω του τύπου από το ΥΕΠΚΑ δεν παρατίθενται οποιαδήποτε εμπειρικά τεκμήρια που να σχετίζονται με την απροθυμία των ΥΚΕ να συνεχίσουν την ανάπτυξη των εργαλείων Δομημένης Επαγγελματικής Εκτίμησης στα θέματα προστασίας και ευημερίας ενηλίκων και οικογενειών με παιδιά. Αντίθετα, η μια απάντηση αναφέρεται σε μια δικαστική διαδικασία, για την οποία δεν μπορούμε να λάβουμε δημόσια θέση καθώς κάτι τέτοιο για το επάγγελμα του ψυχολόγου θα αποτελούσε δεοντολογικό παράπτωμα και η δεύτερη σε διάφορες «αρχές» όπως αυτή της φιλικής προσέγγισης κ.λπ. οι οποίες δεν είναι καθόλου κατανοητό πως θα υλοποιηθούν στην πράξη. Τουλάχιστον για το επάγγελμα του ψυχολόγου, η σχέση που πρέπει να κτίζεται είναι επαγγελματική και όχι φιλική. Η επίδειξη ενσυναίσθησης προς τα εξυπηρετούμενα άτομα αποτελεί μέρος της εκπαίδευσης των επαγγελματιών ψυχολόγων, όπως και οι υπόλοιπες τεχνικές για δόμηση μιας επαγγελματικής θεραπευτικής σχέσης.

Να σημειωθεί επίσης, πως στο Σχέδιο δεν θίγεται καθόλου το ζήτημα της διαπολιτισμικότητας και της εξυπηρέτησης συγκεκριμένων ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού.

Θεωρούμε ότι η έντιμη Υπουργός συμφωνεί και η ίδια ότι θα επωφελείτο αν είχαμε την ευκαιρία να την ενημερώσουμε ως ειδικοί και επιστήμονες του τομέα της ψυχικής υγείας ότι η ελλιπής επαγγελματική αξιολόγηση και παρέμβαση για την προστασία παιδιών, γυναικών και άλλων ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού χρειάζεται να γίνεται με επιστημονικά κριτήρια.

Παράλληλα, υπάρχει σωρεία εκθέσεων της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού και επικρίσεις από διάφορες ΜΚΟ, αλλά και τραγικές περιπτώσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας που επιδεικνύουν σοβαρότατη αδυναμία των ΥΚΕ να αξιολογήσουν επαρκώς και με έγκυρο τρόπο την ενάσκηση του γονικού ρόλου, τους κινδύνους για την ευημερία του παιδιού κ.λπ. Να σημειωθεί για ακόμα μια φορά, πως για τα συγκεκριμένα θέματα υπάρχουν λύσεις και η επιστήμη της ψυχολογίας μπορεί να βοηθήσει.

Η λύση είναι ο διάλογος

Κλείνοντας, και με γνώμονα ότι η έγνοια όλων μας είναι η προστασία του παιδιού, η ευημερία των πολιτών, η ενίσχυση της ψυχολογικής ευεξίας των εξυπηρετούμενων των ΥΚΕ και η ενίσχυση της ποιότητας της εργασίας των Λειτουργών, καλούμε το αρμόδιο Υπουργείο να αποταθεί στους πολίτες. Στους πολίτες που έτυχε να έχουν συνεργασία με τις ΥΚΕ για υποθέσεις γονικής μέριμνας, στους πολίτες που έτυχε να αποταθούν και να αξιολογηθούν σε περιπτώσεις αιτήσεων για τεκνοθεσία, στους πολίτες που είναι θύματα εκφοβιστικών συμπεριφορών στην κοινότητα ή στην οικογένειά τους λόγω πιθανής διαφορετικότητας, στους πολίτες που έχουν λάβει υπηρεσίες ως παιδιά, ή ακόμα και τα ίδια τα παιδιά – λήπτες υπηρεσιών. Δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι εκεί και δεν έχει καθόλου καλή εικόνα. Συνεπώς, καλούμε τους αρμόδιους για ακόμη μια φορά για ουσιαστικό διάλογο με στόχο την πραγματική βελτίωση των υπηρεσιών, κάτι που θεωρούμε πως αποτελεί και στόχο του ΥΕΠΚΑ και όχι την επανάληψη λαθών του παρελθόντος. Η «αγορά υπηρεσιών» από επαγγελματίες δεν αποτελεί προφανώς τη λύση του προβλήματος και καλούμε τους αρμόδιους να ενδιατρίψουν σε παρόμοια έγγραφα αναδιάρθρωσης παρόμοιων υπηρεσιών ως προς τη σημασία που δίδεται στη μεθοδολογία και στη χρησιμοποίηση επαγγελματικών εργαλείων.

Το συνδικαλιστικό κομμάτι

Το δεύτερο ζήτημα είναι αμιγώς συνδικαλιστικό και σχετίζεται με την πρόθεση «αγοράς υπηρεσιών» από ψυχολόγους και όχι τη θεσμική κατοχύρωση της εργασίας ψυχολόγων στις ΥΚΕ. Να σημειωθεί πως ενώ υπήρξε προσπάθεια μετατόπισης από τις ΥΚΕ στην απάντησή τους προς τον ΠΑΣΥΨΥ, όπου κάλεσαν και άλλους επαγγελματίες να λάβουν θέση, υπάρχει πρόθεση από μέρους του ΠΑΣΥΨΥ για συνάντηση με άλλους επαγγελματικούς κλάδους (κατ’ αρχάς με τον Σύνδεσμο Κοινωνικών Λειτουργών), με τους οποίους δεν διαφαίνεται να υπάρχει οποιαδήποτε διαφωνία.

Πολιτικές προσεγγίσεις της μορφής του «διαίρει και βασίλευε» δεν αποτελούν επίδειξη καλής θέλησης και επιθυμίας για διάλογο, αλλά το αντίθετο. Απλώς συνοπτικά να σημειώσουμε πως σε έρευνα που διαθέτουμε και η οποία σχετίζεται με την ικανότητα πρόβλεψης της επικινδυνότητας για επανεμφάνιση βίαιης συμπεριφοράς, η εγκυρότητα αυτή αυξάνεται ουσιαστικά όταν η αξιολόγηση διενεργείται από διεπιστημονική ομάδα και συγκεκριμένα Κοινωνικό Λειτουργό και Ψυχολόγο.

Πολύ περιληπτικά, να πούμε πως η αξιολόγηση περιλαμβάνει στοιχεία από διαφορετικές πτυχές της καθημερινότητας του ατόμου, αλλά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του. Κάποια από αυτά, όπως για παράδειγμα η αξιολόγηση των συνθηκών διαβίωσης, είναι σαφώς καλύτερα να τυγχάνουν αξιολόγησης από επαγγελματίες που έχουν εκπαιδευτεί καλύτερα για αξιολόγηση παρόμοιων ζητημάτων, ενώ κάποια άλλα, όπως π.χ. η ικανότητα αυτοελέγχου της παρορμητικής συμπεριφοράς αποτελούν πτυχές που μπορούν να αξιολογηθούν καλύτερα από επαγγελματίες ψυχολόγους. Συνεπώς, σε καμιά περίπτωση δεν υπάρχει η οποιαδήποτε διαμάχη ή υπονοούμενο στην ανακοίνωσή μας για άλλες επαγγελματικές ομάδες, αντίθετα, επαναλαμβάνεται η δήλωση πως η ανακοίνωσή μας επικεντρώνεται αποκλειστικά σε θέματα που αφορούν τον κλάδο της ψυχολογίας.

Καταλήγοντας, να υπενθυμίσουμε πως από το 2009 είχαν προκηρυχθεί 25 θέσεις για ψυχολόγους στις ΥΚΕ. Από αυτές, το 2018 προσλήφθηκαν πέντε ψυχολόγοι και οι υπόλοιπες θέσεις παραμένουν κενές. Εκφράζουμε την έντονη ανησυχία μας πως η δεδηλωμένη θέση του ΥΕΠΚΑ για λειτουργία διεπιστημονικής ομάδας πιθανώς να έχει διαφοροποιηθεί, αφού προκύπτει πως η ανάγκη για ψυχολογικές πράξεις θα καλύπτεται μέσω της αγοράς υπηρεσιών και όχι μέσω της απασχόλησης επαγγελματιών ψυχολόγων και της λειτουργίας διεπιστημονικών ομάδων εντός των ΥΚΕ.

Χωρίς να είμαστε εναντίον της αγοράς υπηρεσιών, πρέπει να διευκρινιστεί κατά πόσο τελικά οι συγκεκριμένες θέσεις καταργούνται και γιατί, πώς ακριβώς θα αποφασίζεται η αγορά υπηρεσιών, για ποια θέματα, με ποια διαδικασία κ.λπ.

 

Κοινωνία: Τελευταία Ενημέρωση

X