ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ

Μπόκα Τζούνιορς - Ρίβερ Πλέιτ: O τελικός των τελικών

Το Μπουένος Άιρες παίρνει φωτιά για το παιχίδι που περιμένει όλος ο κόσμος του ποδοσφαίρου

Είναι ιστορικά το ντέρμπι των ντέρμπι… Είναι η αναμέτρηση των δύο ομάδων που υποστηρίζει περισσότερο από το 70% των Αργεντινών (λέγεται πως το 40% είναι οπαδοί της Μπόκα, άλλο 33% στηρίζει τη Ρίβερ). Είναι αυτό το παιχνίδι που το 2014 η βρετανική εφημερίδα «Observer» συμπεριέλαβε στη λίστα με τα πράγματα που πρέπει οπωσδήποτε να ζήσει κάποιος πριν πεθάνει. Είναι η πιο μεγάλη ποδοσφαιρική αντιπαλότητα.

Είναι οι πλούσιοι εναντίον των φτωχών, είναι το «Μονουμεντάλ» και το «Μπομπονέρα», είναι ο Ντανιέλ Πασαρέλα, αυτός που ως αρχηγός σήκωσε το Παγκόσμιο Κύπελλο το 1978, και ο Ντιέγο Μαραντόνα, που οδήγησε την εθνική ομάδα της Αργεντινής στην κατάκτηση του Μουντιάλ του 1986. Είναι το ποδόσφαιρο της αλάνας, είναι οι κλωτσιές, είναι η βρωμιά της λάσπης, χωρίς κανονισμούς, χωρίς επισημότητες, χωρίς βιτρίνες. Είναι το γνήσιο ποδόσφαιρο.

«Έχω παίξει στο Μπαρτσελόνα-Ρεάλ Μαδρίτης, ένα παιχνίδι το οποίο είναι πάρα πολύ σημαντικό επειδή εμπλέκει δύο πολύ μεγάλες πόλεις. Ωστόσο, το Μπόκα-Ρίβερ είναι κάτι διαφορετικό. Είναι σα να πηγαίνεις στο κρεβάτι με τη Τζούλια Ρόμπερτς!». Ο μεγάλος Ντιέγο Μαραντόνα το περιγράφει υπέροχα.

Και είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που αυτές οι δύο ομάδες – θρύλοι θα τεθούν αντιμέτωπες στον τελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες! Όλοι στους δρόμους, όλος ο κόσμος θα παρακολουθήσει με κομμένη την ανάσα δύο ματσάρες. Η ιστορία των δύο συλλόγων, η πορεία τους στα περισσότερα από εκατό χρόνια της ιστορίας τους είναι, σε γενικές γραμμές γνωστή.

Η Ρίβερ Πλέιτ ιδρύθηκε το 1901 στο προάστιο Λα Μπόκα του Μπουένος Άιρες από λιμενεργάτες που είχαν φτάσει από τη Γένοβα της Ιταλίας. Το όνομα προέκυψε από τον ποταμό Ρίο Ντε Λα Πλάτα, που διασχίζει την πρωτεύουσα της Αργεντινής. Με το πέρασμα των χρόνων, η ομάδα άφησε τη Μπόκα για το Παλέρμο και κατόπιν για το μεσοαστικό προάστιο Νούνιες στα βόρεια του Μπουένος Άιρες, εκεί που βρίσκεται σήμερα το γήπεδο «Μονουμεντάλ». Είναι οι «μιγιονάριος», οι εκατομμυριούχοι, όπως ονομάστηκε όταν το 1930 απέκτησε τον επιθετικό Μπερναμπέ Φερέιρα προσφέροντας ράβδους χρυσού στην Ατλέτικο Τίγκρε. Η ομάδα έγινε η αγαπημένη των εύπορων, αυτή που έπαιξε ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο τριάντα χρόνια πριν το μάθει σε όλη την Ευρώπη ο Άγιαξ. Είναι η ομάδα στην οποία αγωνίστηκαν ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο (ο οποίος έχει αγωνιστεί και τερματοφύλακας σε superclasico), ο Ενρίκε Ομάρ Σίβορι, ο Φέλιξ Λουστάου, ο Λουίς Αρτίμε, ο Λουίς Κουμπίγια, ο Ντανιέλ Πασαρέλα, ο Λεοπόλδο Λούκε, ο Μάριο Κέμπες, ο Γκαμπριέλ Μπατιστούτα, ο Έντζο Φραντσέσκολι, ο Κλαούντιο Κανίγια, ο Ρομπέρτο Αγιάλα, ο Αριέλ Ορτέγα, ο Ερνάν Κρέσπο, ο Μαρσέλο Σάλας.

Και από την άλλη, είναι η Μπόκα Τζούνιορς που ιδρύθηκε το 1905, η μοναδική ομάδα στην Αργεντινή η οποία δεν έχει υποβιβαστεί από την μεγάλη κατηγορία. Μια ομάδα που ξεκίνησε, επίσης, από τα λαϊκά στρώματα, από Έλληνες και Ιταλούς μετανάστες που δούλευαν στο λιμάνι.  Εκεί οφείλεται και το προσωνύμιο Γενοβέζοι (Los Xeneizes), αφού η συνοικία Λα Μπόκα ήταν η καρδιά της παροικίας των προερχομένων απ' τη Γένοβα. Παρ' όλα αυτά το όνομά της είναι στην αγγλική γλώσσα, όπως συνηθιζόταν τότε στην Αργεντινή.  Πρώτο χρώμα της ήταν το ροζ που σύντομα αντικαταστάθηκε από λευκές και μαύρες κάθετες ρίγες. Ο μύθος λέει πως επειδή μια ακόμα ομάδα της περιοχής φορούσε ασπρόμαυρα, οπότε αποφασίσθηκε να γίνει αγώνας μεταξύ τους για το ποια θα τα κρατήσει. Η Μπόκα έχασε και αποφάσισε να υιοθετήσει τα χρώματα της σημαίας του πρώτου καραβιού που θα έμπαινε στο λιμάνι. Αυτό ήταν το σουηδικό κάργκο Drottning Sophia και έκτοτε η ομάδα φορά μπλε και κίτρινα, τα χρώματα της σουηδικής σημαίας… Είναι η ομάδα που έχει έδρα το «Μπομπονέρα», ένα γήπεδο κρυμμένο στα στενά σοκάκια του λιμανιού. Είναι η ομάδα που παρέμεινε πιστή στην εργατική τάξη, είναι η ομάδα του Δελφίν Μπενίτες Κάσερες «Μετσετέρο»,  ο Άνχελ Κλεμέντε Ρόχας, ο Μάρτιν Παλέρμο, ο Ρομπέρτο Μόουσο, ο Ούγκο Γκάτι, ο Χουάν Ρομάν Ρικέλμε, ο Κάρλος Ναβάρο Μοντόγια, o Kάρλος Τέβες, ο Ντιέγο Μαραντόνα.

Οι φίλαθλοι της Μπόκα αποκαλούν αυτούς της Ρίβερ «gallinas», δηλαδή κότες, καθώς τους θεωρούν δειλούς. Οι φίλοι της Ρίβερ αποκαλούν τους παίκτες της Μπόκα «chanchitos», δηλαδή γουρουνάκια, διότι το «Μπομπονέρα» βρίσκεται σε μία υπανάπτυκτη περιοχή, καθώς και «bosteros», συλλέκτες κοπριάς, αναφερόμενοι στη δυσοσμία που αποπνέει ο ποταμός στη Μπόκα. Τους θεωρούν βρώμικους και, μάλιστα, συνηθίζουν να φορούν και μάσκα, στην προσπάθειά τους να δείξουν πως αλλιώς δεν μπορούν να τους πλησιάσουν. Θρυλείται πως οπαδοί της Μπόκα Τζούνιορς ήταν υπεύθυνοι και για τη δολοφονία προέδρου της Ρίβερ Πλέιτ στο παρελθόν.

Σχεδόν κάθε παιχνίδι ανάμεσά τους «σημαδεύεται» από ξύλο των παικτών στον αγωνιστικό χώρο (ακόμα και σε παιχνίδι ανάμεσα στις γυναικείες ομάδες των δύο συλλόγων) και από επεισόδια των οπαδών τους. Τα περιστατικά είναι αναρίθμητα στο πέρασμα των χρόνων, όπως οι απίστευτες σκηνές που εκτυλίχθηκαν τον Μάιο του 2015 στο παιχνίδι για τη φάση των «16» του Κόπα Λιμπερταδόρες, το οποίο διεκόπη οριστικά αφού κατά την είσοδο των ομάδων στον αγωνιστικό χώρο οι οπαδοί της Μπόκα ψέκασαν με σπρέι πιπεριού τους ποδοσφαιριστές της Ρίβερ.

Ωστόσο η τραγωδία της θύρας 12 είναι αυτή που έχει καταγραφεί ως η πιο δραματική στιγμή του superclasico.  Χιλιάδες φίλαθλοι κατέφθαναν από νωρίς στο γήπεδο της Ρίβερ Πλέιτ, στις 23 Ιουνίου 1968, για να παρακολουθήσουν το ντέρμπι πρωταθλήματος. Μυστικοί αστυνομικοί βρίσκονταν ανάμεσα στους θεατές του αγώνα. Η κατάσταση ήταν υπό έλεγχο κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, ωστόσο μια στιγμή ήταν αρκετή για να έρθει η τραγωδία.

Εκατοντάδες άνθρωποι τραυματίστηκαν και συνολικά 71 έχασαν την ζωή τους από ασφυξία, κατά την έξοδο από το γήπεδο. Η πόρτα της θύρας 12 ήταν κλειστή, με αποτέλεσμα οι φίλαθλοι που κινήθηκαν μαζικά προς την έξοδο να ποδοπατηθούν. Πολλοί κατηγόρησαν την αστυνομία για το τραγικό συμβάν, αλλά δεν ήταν δυνατόν να γίνει εκτεταμένη έρευνα εναντίον της αστυνομίας που στήριζε το δικτατορικό καθεστώς. Μία εκδοχή ήταν ότι οι αστυνομικοί επίτηδες δεν άνοιξαν την πόρτα στους οπαδούς της Μπόκα, επειδή τους πετούσαν ποτήρια με ούρα κατά τη διάρκεια του αγώνα. Μία άλλη, είναι ότι οι φίλαθλοι που βρίσκονταν στα ψηλά καθίσματα άρχισαν να καίνε σημαίες της Ρίβερ Πλέιτ και να τις πετούν μέσα στο γήπεδο. Όταν κάποια στιγμή τα πρώτα καθίσματα έπιασαν φωτιά οι θεατές κατευθύνθηκαν γρήγορα προς την σκάλα που οδηγούσε στην έξοδο και επικράτησε χάος. Το πλήθος που ακολουθούσε δεν κατάλαβε ότι η πόρτα ήταν μπλοκαρισμένη, με συνέπεια να συνεχίσουν να προχωράνε και να πιέζουν τους μπροστινούς που πέθαναν από ασφυξία. Δεν απαγγέλθηκαν ποτέ κατηγορίες σε κανέναν.

Ακόμα και ο ίδιος ο πρόεδρος της Αργεντινής ευχόταν να αποκλειστεί φέτος στα ημιτελικά μια από τις δύο ομάδες. «Δεν θέλω τελικό Μπόκα – Ρίβερ. Θα προτιμούσα η μια ομάδα του τελικού να είναι από τη Βραζιλία, ώστε να κοιμηθούμε τις επόμενες εβδομάδες. Η πίεση θα είναι λιγότερη. Οι χαμένοι θα χρειαστούν τουλάχιστον είκοσι χρόνια για να το ξεπεράσουν. Θα είναι ένας τελικός στον οποίο παίζονται πολλά. Θα είναι, όμως, και μια ευκαιρία για όλους τους Αργεντινούς να δείξουμε ωριμότητα» ήταν τα λόγια του Μαουρίσιο Μάκρι, ο οποίος επί δώδεκα χρόνια υπήρξε πρόεδρος της Μπόκα, πριν ασχοληθεί με την πολιτική και φτάσει στο ύψιστο πολιτειακό αξίωμα της χώρας του.

Πηγή: sdna.gr

Λατινική Αμερική: Τελευταία Ενημέρωση