ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Μαρκίδης: Καμία μαρτυρία ότι ο Νεοκλέους γνώριζε τα περί συμφωνίας

Ξεκίνησε η αγόρευση υπεράσπισης του Π. Νεοκλέους από τον Αλ. Μαρκίδη στο Ανώτατο Δικαστήριο

Του Απόστολου Τομαρά

Με την αγόρευση του Αλέκου Μαρκίδη δικηγόρου υπεράσπισης του Παναγιώτη Νεοκλέους συνεχίζεται η διαδικασία ακρόασης των εφέσεων των τεσσάρων καταδικασθέντων στην υπόθεση Ρίκκου Ερωτόκριτου, στο Ανώτατο Δικαστήριο στη Λευκωσία.

Ο πυρήνας της Έφεσης

Βασικό χαρακτηριστικό της έφεσης, ο ισχυρισμός του δικηγόρου υπεράσπισης ότι ο πελάτης του δεν έτυχε δίκαιης δίκης.

Ο Αλέκος Μαρκίδης κατά την έναρξη της αγόρευση του προέβη σε μια ιστορική αναδρομή της υπόθεσης από τότε που διαπιστώθηκε κλοπή της εταιρείας Provibencia τις κινήσεις που έγιναν από το γραφείο Ανδρέας Νεοκλέους την ακύρωση των πιστοποιητικών που είχε εκδώσει ο Έφορος Εταιρειών αλλά και το σκεπτικό της κατηγορούσας αρχής περί συνωμοσίας με τον Ρίκκο Ερωτόκριτου.

Ο κ. Μαρκίδης εμφαντικά υποστήριξε πως από τα στοιχεία που παρουσίασε η κατηγορούσα αρχή, επιστολές και αλλά, σε αυτά «δεν υπάρχει πουθενά ο Παναγιώτης Νεοκλέους». Επίσης όπως συμπλήρωσε ο κ. Μαρκίδης δεν υπήρχε ουδεμία μαρτυρία ότι ο πελάτης του γνώριζε τα περί συμφωνίας με τον Ρίκκο Ερωτόκριτου.

Ο κ. Μαρκίδης παραθέτει με πάσα λεπτομέρεια τις ενέργειες που έγιναν απέ πλευράς του πελάτη του στην επίμαχη αγωγή της πρώην Λαϊκής εναντίον Ερωτόκριτου που οδήγησαν στο παραμερισμό απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Ο κ. Μαρκίδης υποστήριξε ότι ο πελάτης του γραφείου Νεοκλέους που ήταν η Αντρη Αντωνιάδου ουδέποτε εμφανίστηκε δυσαρεστημένη με το γραφείο.

Στην έφεση του Παναγιώτη Νεοκλέους μεταξύ άλλων προβάλλονται οι λόγοι έφεσης:

-Το Κακουργιοδικείο παρέλειψε να αναλύσει τις προϋποθέσεις διάπραξης των ποινικών αδικημάτων, στη βάση των οποίων έγινε η καταδίκη. Στο αιτιολογικό γίνεται παραπομπή στην απόφαση με την διαπίστωση ότι το Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με το τι γνώριζε ο Παναγιώτης Νεοκλέους, σε σχέση με την κατ’ ισχυρισμό συμφωνία που αποτελούσε το υπόβαθρο για συνομωσία και άλλων κατηγοριών για τις οποίες καταδικάσθηκε.

-Δεν λήφθηκαν υπόψη ή δεν αναλύθηκαν μαρτυρίες και γεγονότα που ενίσχυαν την αθωότητα του Παναγιώτη Νεοκλέους. Εδώ το αιτιολογικό συνοδεύεται από εννέα γεγονότα.

-Γίνεται λόγος ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο πλανήθηκε από την απόφασή του για πρόθεση, ή απόπειρα, ή συνομωσία καταδολίευσης της τράπεζας Κύπρου. Επ’ αυτού υποστηρίζεται ότι δεν προσκομίσθηκε μαρτυρία που να αφορά τον Παναγιώτη Νεοκλέους.

- Νομική πλάνη, αποτελεί η απόφαση του Δικαστηρίου να μην δεχθεί τη θέση του δικηγόρου υπεράσπισης για παραβίαση του άρθρου 30 του Συντάγματος για Δίκαιη Δίκη. Επί του θέματος αυτού γίνεται εκτεταμένη και αναλυτική αιτιολογία που αφορά το ρόλο του Γενικού Εισαγγελέα στην οποία συμπεριλαμβάνεται η θέση της υπεράσπισης ότι παραγνωρίσθηκε η νομική αρχή προστασίας στοιχείων και μαρτύρων, από την παρουσία του ως μάρτυρα κατηγορίας και την παραδοχή του ότι ήταν εν γνώσει του, στοιχεία αλλά και καταθέσεις και άλλων μαρτύρων. Εκτενή αναφορά γίνεται και στα όσα είπε ο Κώστας Κληρίδης στην συνέντευξη τύπου, όπου ανακοίνωσε αποσπάσματα του κ. Καλλή η οποία συνέντευξη σύμφωνα με την υπεράσπιση παραβιάζει το τεκμήριο αθωότητας.

Επίσης, στους λόγους έφεσης αναφέρεται ότι δεν έγινε πλήρης και σύμφωνα με τους Νόμους, ποινική διερεύνησης της υπόθεσης και προβάλλεται, η παραδοχή όπως αναφέρεται ενός εκ των ανακριτών, ότι ενώ παράλαβε το σύνολο του ανακριτικού υλικού δεν πρόσεξε ένορκη δήλωση για τον παραμερισμό απόφασης, στην υπόθεση της πρώην Λαϊκής εναντίον του Ρίκκου Ερωτοκρίτου ενώ δεν μελέτησε την αγόρευση του Παναγιώτη Νεοκλέους για ακύρωση της ερήμην απόφασης.

Αναφέρεται επίσης σε διάφορους λόγους έφεσης, ότι υπάρχει σοβαρή παράβασης των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όπως επίσης και άλλων Ευρωπαϊκών οδηγιών, αλλά και βασικών κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης λόγο της εμπλοκής του Κώστα Κληρίδη στην όλη διαδικασία υπό διαφορετικούς ρόλους, όπως του κατηγόρου, του μάρτυρα, του επιβλέποντος το έργο των ανακριτών.

Ένας σοβαρός λόγος έφεσης αναφέρεται στην κατάχρηση της διαδικασίας από το Κακουργιοδικείο, όταν μετά την λήξη της ακρόασης οι Δικαστές του μετατράπηκαν, παράνομα όπως χαρακτηρίζεται, σε εμπειρογνώμονες μάρτυρες και αποφάσισαν ότι συγκεκριμένα τεκμήρια τα οποία ήταν ενώπιον τους ήταν πλαστά και κατέληξαν σε πεπλανημένα συμπεράσματα τα οποία οδήγησαν σε πεπλανημένη και λανθασμένη καταδίκη.

Οι εφέσεις εξετάζονται από τους δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου: Αντώνη Λιάτσο Πρόεδρο, Τεύκρο Οικονόμου, και Τάσια Ψαρά-Μιλτιάδου Μέλη

 

Κοινωνία: Τελευταία Ενημέρωση

X